ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ: Dilaz Hellas Dilaz Hellas :GREEK ANTHEM

Κυριακή 13 Ιουλίου 2008

ΟΙ ΣΤΥΜΦΑΛΙΔΕΣ ΟΡΝΙΘΕΣ

Φώτο 01:
Απεικόνιση του πέμπτου άθλου του Ηρακλή,
με τις Στυμφαλίδες Όρνιθες σε αμφορέας του 530 π.Χ.

Οι Στυμφαλίδες Όρνιθες
(ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή)

Ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή πραγματοποιήθηκε στη βόρεια Αρκαδία, στην πόλη Στύμφαλο. Στην πόλη αυτή υπήρχε μια λίμνη, η Στυμφαλίδα και γύρω της ένα πυκνό δάσος. Εκεί είχαν καταφύγει άγρια πουλιά, φοβούμενα τα άγρια ζώα του βουνού. Με τον καιρό έγιναν πολύ άγρια, πλήθαιναν σε πολύ γρήγορο χρονικό διάστημα και έδιωχναν κάθε ζώο από την περιοχή τους. Όταν ξεχύνονταν στα περιβόλια κατέστρεφαν τα πάντα. Ήταν τόσο μεγάλος ο αριθμός τους, ώστε όταν πετούσαν όλα μαζί, έκρυβαν τον ήλιο. Γι' αυτό ο Ευρυσθέας διέταξε τον Ηρακλή να τα εξαφανίσει.

Όταν έφθασε στη Στυμφαλίδα ο Ηρακλής αντιμετώπισε δύο προβλήματα: το πρώτο ήταν ότι τα πουλιά ήταν κρυμμένα στην πλούσια βλάστηση του δάσους και το άλλο ότι ήταν αναρίθμητα και δεν ήξερε τι να κάνει για να τα σκοτώσει ή να τα διώξει. Τότε φάνηκε ως από μηχανής θεός η Αθηνά, για να τον βοηθήσει. Του έδωσε δύο χάλκινα κρόταλα, που είχε φτιάξει ο Ήφαιστος, που έκαναν φοβερό θόρυβο.

Ο Ηρακλής τα πήρε και άρχισε να τα χτυπά μεταξύ τους. Τα πουλιά τρόμαξαν και άρχισαν να πετούν. Έτσι σκότωσε με τα βέλη του όσο πιο πολλά μπορούσε. Αυτά που δεν σκότωσε, έφυγαν τρομαγμένα και βρήκαν καταφύγιο στο νησί του Άρη, όπου τα βρήκαν οι Αργοναύτες. Αφού απάλλαξε τον τόπο από τις Στυμφαλίδες Όρνιθες, πρόσφερε ως δώρο μερικές στην Αθηνά, ευχαριστώντας την για τη βοήθεια. Έτσι ολοκληρώθηκε ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή.

©2008

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008

Η ΚΕΡΥΝΙΤΙΔΑ ΕΛΑΦΟΣ

Φώτο 01:
Απεικόνιση του τέταρτου άθλου του Ηρακλή
με την Κερυνίτιδα Έλαφος σε αμφορέα

Η Κερυνίτιδα Έλαφος

(ο τέταρτος άθλος του Ηρακλή)

Η Κερυνίτις Έλαφος, ήταν η ιερή ελαφίνα της θεάς Άρτεμης και ζούσε στα βουνά της Αργολίδας. Είχε χρυσά κέρατα, ήταν πανέμορφη και έτρεχε σαν άνεμος χάρη στις χάλκινες οπλές της. Ο Ευρυσθέας διέταξε τον Ηρακλή να του φέρει ζωντανή την ιερή ελαφίνα. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο, γιατί δεν έπρεπε να την πληγώσει.

Όταν έφτασε στο βουνό που ζούσε το ιερό ελάφι, το βρήκε και άρχισε την προσπάθειά του. Η ελαφίνα όμως έτρεχε πολύ γρήγορα και ήταν αδύνατο στον Ηρακλή να βρεθεί κοντά της. Το κυνήγι αυτό κράτησε ένα χρόνο, χωρίς ο ήρωας να καταφέρει τίποτα.
Μια μέρα η ελαφίνα βρέθηκε στις όχθες του ποταμού Λάδωνα. Προσπαθώντας να περάσει απέναντι, έχασε χρόνο και την έφτασε ο Ηρακλής. Η ευκαιρία αυτή ήταν μοναδική γι' αυτόν. Αποφάσισε να την τραυματίσει ελαφρά, παραβαίνοντας τις εντολές του Ευρυσθέα.

Έτσι την έπιασε και την έβαλε στους ώμους του για να επιστρέψει στις Μυκήνες. Στο δρόμο συνάντησε την Άρτεμη και τον Απόλλωνα. Η θεά, όταν είδε το ιερό ελάφι της στους ώμους του Ηρακλή, θύμωσε και του το άρπαξε. Όταν όμως ο ήρωας της εξήγησε ότι δεν θα το σκότωνε και ότι ήταν εντολή του Ευρυσθέα, ο θυμός της Άρτεμης μαλάκωσε. Του το έδωσε πίσω και έτσι ο Ηρακλής κατάφερε να ολοκληρώσει και τον τέταρτο άθλο του.

©2008

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2008

Ο ΕΡΥΜΑΝΘΙΟΣ ΚΑΠΡΟΣ

Φώτο 01:
Απεικόνιση του τρίτου άθλου του Ηρακλή
με τον Ερυμάνθιο Κάπρο σε αμφορέα του 510 π.Χ.

Ο Ερυμάνθιος Κάπρος
(Ο τρίτος άθλος του Ηρακλή)

Ο Ερυμάνθιος Κάπρος ήταν ένα αγριογούρουνο, που ζούσε στην Αρκαδία, στο βουνό Ερύμανθο. Από εκεί κατέβαινε στις γύρω πόλεις και κατέστρεφε ό,τι έβρισκε μπροστά του.
Ο Ευρυσθέας έδωσε εντολή στον Ηρακλή να πιάσει τον Κάπρο και να του τον πάει ζωντανό. Έφυγε λοιπόν ο ήρωας για να βρει την κρυψώνα του ζώου στο βουνό Ερύμανθο.

Όταν έφτασε εκεί, άρχισε να φωνάζει, για να το κάνει να βγει έξω. Μόλις ο Κάπρος φάνηκε, φοβισμένος από τις φωνές του Ηρακλή, ο Ηρακλής άρχισε να τον καταδιώκει. Όταν έφτασαν σ' ένα χιονισμένο σημείο του βουνού, ο Κάπρος έπεσε κάτω, εξαντλημένος από την κούραση.
Ο Ηρακλής τον έπιασε τότε και του έδεσε τα χέρια και τα πόδια. Τον πήρε στους ώμους του και τον πήγε στον Ευρυσθέα, που μόλις είδε το φοβερό ζώο φοβήθηκε και κρύφτηκε. Μετά απ' αυτό ο Ηρακλής σκότωσε τον Ερυμάνθιο Κάπρο και κράτησε ως αναμνηστικό του τρίτου άθλου του το δέρμα του.
©2008

Τρίτη 8 Ιουλίου 2008

Η ΛΕΡΝΑΙΑ ΎΔΡΑ

Φώτο 01:
Απεικόνιση του 2ου άθλου του Ηρακλή με την Λερναία Ύδρα
σε αμφορέα του 540 π.Χ..

Η Λερναία Ύδρα

(Ο δεύτερος άθλος του Ηρακλή)

Η Λερναία Ύδρα ήταν ένα τέρας με μορφή φιδιού, που γεννήθηκε από την Έχιδνα και ανατράφηκε από την Ήρα. Ζούσε στην περιοχή του Άργους, κοντά στη λίμνη Λέρνα, από την οποία πήρε και το όνομά της. Είχε εννέα κεφάλια με σχήμα φιδιού, από τα οποία έβγαινε φωτιά και από τα ρουθούνια της δηλητηριώδης ανάσα.
Ένα από τα κεφάλια της ήταν αθάνατο και μπορούσε να ζει αποκομμένο από το σώμα. Σ' αυτόν τον άθλο ο Ηρακλής είχε βοηθό του τον Ιόλαο. Όταν έφθασαν στη λίμνη που ζούσε η Λερναία Ύδρα, άρχισαν να ψάχνουν για το τέρας, που όμως είχε κρυφτεί.

Ο Ηρακλής, βοηθούμενος από την Αθηνά, έβαλε φωτιά στα βέλη του και τα έριξε στη φωλιά της. Η Ύδρα βγήκε έξω και τυλίχτηκε γύρω από το ένα πόδι του Ηρακλή. Ο Ηρακλής χωρίς να φοβηθεί άρχισε να κόβει ένα ένα τα κεφάλια της. Όταν όμως έφτασε και έκοψε το αθάνατο, αμέσως φύτρωσαν στη θέση του δύο νέα. 'Οσο τα έκοβε τόσο αυτά πολλαπλασιάζονταν.

Επειδή δεν μπορούσε να εξουδετερώσει εύκολα τη Λερναία Ύδρα, έστειλε τον Ιόλαο να φέρει αναμμένους δαυλούς. Μόλις αυτός πήγε κοντά έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιο που είχε σκεφτεί. Όταν ο ίδιος έκοβε ένα κεφάλι, αμέσως ο Ιόλαος έβαζε πάνω στη πληγή τον αναμμένο δαυλό. Έτσι κατάφερε και κατέστρεψε τα θνητά κεφάλια της Λερναίας Ύδρας.
Το αθάνατο μόλις το έκοψε το έθαψε στη γη και έβαλε πάνω μια πελώρια πέτρα, έτσι ώστε να μην μπορεί να βγει και να ενωθεί με το άψυχο πια σώμα της.

Μετά απ' αυτό ο Ηρακλής γύρισε στις Μυκήνες και ενημέρωσε τον Ευρυσθέα για τον δεύτερο άθλο του.

©2008

Κυριακή 6 Ιουλίου 2008

Ο ΆΔΗΣ - HADES

Φώτο 01: Ο Άδης
(Ο άρχοντας του Κάτω Κόσμου)

Ο Άδης: Ο άρχοντας του Κάτω Κόσμου

Ο Άδης ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας, αδελφός του Δία και κυρίαρχος του Κάτω Κόσμου. Έμενε σε σκοτεινό παλάτι, και έκρινε όλους τους νεκρούς. Τιμωρούσε σύμφωνα με την κρίση του όσους καταπατούσαν τους όρκους τους όταν ήταν εν ζωή.

Συνδέθηκε με τον μύθο της Περσεφόνης, κόρης της θεάς Δήμητρας, την οποία άρπαξε και την έκανε γυναίκα του. Ήταν εχθρός της ζωής και τον μισούσαν θεοί και άνθρωποι.

Οι αρχαίοι Έλληνες φαντάζονταν το παλάτι του να είναι σε έναν τεράστιο χώρο μουχλιασμένο, τρομακτικό, με τεράστιες πύλες που έμεναν φοβερά τέρατα και υπήρχε ένα μόνο νερό που πήγαζε από έναν βράχο, η Στυξ, στην οποία ορκίζονταν θεοί και άνθρωποι.

Ο θεός είχε φύλακα και σύντροφό του έναν τρομερό σκύλο, τον Κέρβερο. Πίστευαν ότι πρώτα οι μοίρες έγραφαν σε έναν κατάλογο τους μελλοθάνατους, μετά η Άτροπος έδινε στον Ερμή τον κατάλογο, αυτός τους οδηγούσε στην Αχερουσία λίμνη και τους παρέδιδε στον Αιακό.
Μετά έμπαιναν στο πλοίο του Χάροντα, ο οποίος ήταν γιος του Ερέβους και της Νύχτας και δίνοντας του χρήματα πήγαιναν στον Άδη. Εκεί ανάλογα μ’ αυτά που είχαν κάνει στη ζωή, πήγαιναν στο Καθαρτήριο ή στον Τάρταρο.
Όποιος κατέβαινε στον Άδη δεν ξαναγύριζε πίσω. Μερικά από τα ονόματα που του έδιναν ήταν: Πλούτωνας, Πολυδέκτης, Άδμητος, Νηλεύς και Ζεύς ο καταχθόνιος.

©2008