ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ: Dilaz Hellas Dilaz Hellas :GREEK ANTHEM

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2008

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ 1940

Φώτο 01:
Ο Στρατηγός Χ. Κατσιμήτρος, με τον επιτελάρχη Αν/ρχη Δρίβα &
τον Δ/κτη Πυροβολικού Μαυραγάννη


ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ


Η αποστολή της VIII Mεραρχίας περιλαμβανόταν στα τρία σχέδια επιχειρήσεων (ΙΒ, ΙΒα, ΙΒβ) που είχε συντάξει το ΓΕΣ, αλλά και στις προφορικές οδηγίες του αρχηγού Αλέξανδρου Παπάγου, που είχε μεταφέρει στον Κατσιμήτρο ο Ταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας, μετέπειτα αρχηγός της οργάνωσης «Χ» και τις «ΕΟΚΑ Β». Ο Γρίβας, μάλιστα, μετέβη για τον σκοπό αυτόν στα Ιωάννινα, αεροπορικώς, στις 24 Αυγούστου του 1940. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα και μέχρι να συμπληρωθεί η γενική επιστράτευση:

«Αι δυνάμεις Ηπείρου έχουν σαν αποστολήν:

• Την κάλυψιν επί παντί του αριστερού του θεάτρου της Δυτικής Μακεδονίας και από της γενικής κατευθύνσεως Ιωάννινα-Ζυγός Μετσόβου.

• Την απόφραξιν των προς Αιτωλοακαρνανίαν εξ Ηπείρου αγουσών οδεύσεων (κυρία προσπάθεια).


• Την απαγόρευσιν κατά το δυνατόν της υπό του αντιπάλου καταλήψεως της ηπειρωτικής ακτής και του ελέγχου των στενών Κερκύρας-Ηγουμενίτσας».


Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι, οι αλλεπάλληλες αυτές εντολές και οδηγίες διακρίνονταν από έλλειψη αποφασιστικότητας, αφού συνοδευόταν και από ηττοπαθείς κρίσεις:

• «(…) Η κυβέρνησις δεν αναμένει βεβαίως παρά της μεραρχίας νίκας (…) Αναμένει όμως εκ ταύτης να σώση την τιμήν των ελληνικών όπλων».

• «(…) Ο κίνδυνος εχθρικής απειλής από της περιοχής Πρεβέζης υφίσταται και δέον να εξασφαλίσητε (…) τα νώτα σας».


• «(…) Η Μεραρχία να μην υπολογίζη επί μεταφορών των μονάδων της διά ταχυκίνητων μέσων».

• «(…) Η απώλεια του εθνικού εδάφους δεν θα είχε τόσην σημασίαν, όσην θα είχε η αποκοπή δυνάμεων Ηπείρου και Δ. Μακεδονίας από των προς Θεσσαλία και Αιτωλοακαρνανία συγκοινωνιών».


Ο Κατσιμήτρος, όμως, είχε λάβει τις αποφάσεις του και σε διαταγή του, στις 23 Σεπτεμβρίου 1940, σημείωνε:

«Η Μεραρχία έχει την απόφασιν να παρασύρη τον αντίπαλον επί της οργανωμένης κατά το μάλλον και ήττον τοποθεσίας της Ελαίας και αφού επιφέρει εις τούτον φθορά, διά γενικής αντεπιθέσεως θα επιδιώξη να τον απορρίψη πέραν των συνόρων, αποκόπτουσα αυτόν από τας γραμμάς συγκοινωνιών και ανεφοδιασμού του».

Φώτο 02:
Η Ημερήσια διαταγή της VIII Μεραρχίας της 28ης Οκτωβρίου 1940

Ο Παπάγος γνώριζε ότι ο Κατσιμήτρος δεν θα παραχωρούσε ούτε σπιθαμή γης στο Καλπάκι και σε επιστολή που του είχε στείλει με το γρίβα, παράλληλα με τις συστάσεις που του έδινε να μην εξαντλήσει τις δυνάμεις του σε μεμονωμένες μάχες, κατέληγε:

«Πιστεύω ακραδάντως ότι η τιμή των ελληνικών όπλων δεν θα ήτο δυνατόν να είναι εμπεπιστευμένη εις καλλιτέρας χείρας από τας ιδικάς σου».

Ο αρχηγός του ΓΕΣ αναγνώριζε τη δυσχερή θέση της Μεραρχίας, δεν ανέμενε νίκες λόγω της αριθμητικής υπεροχής του εχθρού, πλην, όμως, άφηνε ελευθερία κινήσεων και ελαστικότητα αποφάσεων στο μέραρχο ως προς το σχέδιο που θα εφάρμοζε, με αντικειμενικό σκοπό να συγκρατηθεί ο εχθρός μέχρις ότου ολοκληρωθεί η ελληνική επιστράτευση – για την οποία χρειαζόνταν 15 ημέρες τουλάχιστον – και συγκεντρωθούν οι απαραίτητες για την αντεπίθεση δυνάμεις. Ως γραμμή αντιστάσεως είχε καθορισθεί η περιοχή Καλαμάς – Ελαία (σχέδιο ΙΒα) και ως έσχατο όριο υποχωρήσεως η γραμμή Ζυγός Μετσόβου – Άραχθος (σχέδιο ΙΒ). Με άλλα λόγια, το Γενικό Στρατηγείο έδινε στην VIII Μεραρχία «εν μέγιστον και εν ελάχιστον επιδιώξεων». Σε περίπτωση ευνοϊκής τροπής να αμυνθεί στο Καλπάκι, αλλιώς να συμπτυχθεί μέχρι τον Άραχθο ποταμό.

Χωρίς αμφιβολία, πρόθεση του ΓΕΣ δεν ήταν να σωθεί «η τιμή των όπλων». Όπως μαρτυρεί ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος, τότε διοικητής του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων, στην περιοχή του Καλαμά, ο οποίος άφησε την επιτελική του θέση για να βρεθεί σε μάχιμη μονάδα, σύμφωνα με τις εντολές που ο ίδιος έλαβε από τον Παπάγο, «ουδέ πόρρωθεν διεφαίνετο τοιαύτη πρόθεσις, αλλά πρόθεσις προς σθεναράν αντίστασιν (…)».

Πηγή: (Περιοδικό: Β' Παγκόσμιος Πόλεμος)

©2008

Σάββατο 16 Αυγούστου 2008

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΑΛΑΜΑ

Φώτο 01:
Οι θέσεις των Ελληνικών και Ιταλικών δυνάμεων
κατά την εισβολή των Ιταλών το 1940


Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΑΛΑΜΑ

Στις 30 και 31 Οκτωβρίου, καθώς και στις 1 και 2 Νοεμβρίου, οι Ιταλοί στον κάτω ρου του Καλαμά ασχολήθηκαν με τη διευθέτηση και αποκατάσταση των δρομολογίων και ιδιαίτερα με την κατασκευή της οδού Κονίσπολης – Σαγιάδας, η οποία ολοκληρώθηκε στις 2 Νοεμβρίου. Επίσης, προσπάθησαν να λάβουν επαφή με τα ελληνικά τμήματα του τομέα Θεσπρωτίας, χωρίς όμως να το πετύχουν εξαιτίας της δράσης του ελληνικού πυροβολικού.

Το πυροβολικό των Ελλήνων του τομέα Θεσπρωτίας παρενοχλούσε τις κινούμενες φάλαγγες και τα συνεργεία κατασκευών και επισκευών οδών και γεφυρών, προκαλώντας βαριές απώλειες. Θύμα του ήταν και ο Συνταγματάρχης Τζανίνι, διοικητής του 32ου Συντάγματος Πεζικού, που σκοτώθηκε από βλήμα πυροβολικού στο παρατηρητήριο Φιλιατών.

Από τις 2 έως τις 4 Νοεμβρίου, οι Ιταλοί προετοιμάζονταν με εντατικούς ρυθμούς για να διασχίσουν τον πλημμυρισμένο Καλαμά. Στις 10:00 της 5ης Νοεμβρίου, μετά από τους σφοδρούς βομβαρδισμούς της αεροπορίας και του πυροβολικού τους, διαπεραιώθηκαν από γέφυρα στη θέση Τσιφλίκι, που μόλις είχε κατασκευαστεί, τμήματα της Μεραρχίας Ιππικού και στις 13:00 από γέφυρα στη θέση Βρυσέλλα η Μεραρχία «Σιέννα». Οι ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν τα υψώματα Άγιος Βλάσης και Καστρί και την περιοχή του Παραποτάμου. Το ηθικό των Ελλήνων στρατιωτών και των ηγητόρων τους είχε κλονισθεί και μια προσπάθεια να συγκρατηθεί ο εχθρός στη γραμμή των χωριών Αμπελιά, Δρύμιτσα, Δραμεσί και Κορύτιανη, απέτυχε. Το βράδυ της 5ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί κατείχαν τη γραμμή 2 χλμ. βόρεια της Ηγουμενίτσας – στενωπός Παραποτάμου.

Η σύμπτυξη των ελληνικών τμημάτων έγινε τη νύχτα 5/6 Νοεμβρίου, σε πλήρη αταξία. Οι Ιταλοί, από το πρωί της 6ης Νοεμβρίου, με την υποστήριξη του πυροβολικού και της αεροπορίας διεύρυναν τα προγεφυρώματα και κατέλαβαν την Ηγουμενίτσα. Οι ελληνικές δυνάμεις του κάτω ρου του Καλαμά αναγκάσθηκαν να συμπτυχθούν νοτιότερα και καθώς ήταν ανεπαρκείς για τη διεξαγωγή επιβραδυντικού αγώνα, λόγω έλλειψης επαρκών εφεδρειών, έλαβαν διαταγή από την VIII Μεραρχία να αποσυρθούν στα όρη του Σουλίου και στα έλη του Αχέροντα. Ταυτόχρονα, η VIII Μεραρχία προώθησε δυνάμεις του 39ου Συντάγματος Ευζώνων, με δύο τάγματα, από τη Φιλιππιάδα στην περιοχή του Αχέροντα και προέβη σε αναδιάταξη του τομέα Θεσπρωτίας για την κάλυψη των οδεύσεων από Ελευθεροχώρι και Μενίνα προς Ιωάννινα, τον οποίο ενίσχυσε με ένα τάγμα πεζικού από τις 7 Νοεμβρίου.

Οι ιταλικές δυνάμεις δεν επιδίωξαν να εκμεταλλευτούν την επιτυχία τους, ούτε να παρενοχλήσουν τις ελληνικές δυνάμεις που συμπτύχθηκαν, παρά μόνο αρκέστηκαν να προωθήσουν το ιππικό μαζί με το πυροβολικό τους μέχρι τη Μαζαρακιά στις 8 Νοεμβρίου και το Μαργαρίτι, την επομένη. Ήταν όμως μακριά από το στόχο τους, την Πρέβεζα. Η ατολμία των Ιταλών στον παραλιακό τομέα οφειλόταν στον φόβο αποκοπής τους από τις βάσεις ανεφοδιασμού τους και πλαγιοκοπήσεως της ενέργειάς τους στη Θεσπρωτία, αφού μάλιστα η τοποθεσία της Ελαίας άντεχε.

Από την 8η Νοεμβρίου, η επιθετική δραστηριότητα των Ιταλών διακόπηκε. Ο ανώτατος διοικητής των ιταλικών δυνάμεων Στρατηγός Πράσκα αντικαταστάθηκε από το Στρατηγό Σαντού. Στο μέτωπο της Ηπείρου, οι Ιταλοί στον τομέα των Νεγράδων μετέπεσαν σε άμυνα και στη Θεσπρωτία άρχισαν να συμπτύσσονται.

Μέχρι τις 13 Νοεμβρίου, η VIII Μεραρχία διενήργησε επιθετικές αναγνωρίσεις, ιδίως στον τομέα της Θεσπρωτίας, για την εξάλειψη των υπόλοιπων ιταλικών δυνάμεων. Ο αμυντικός αγώνας της, υπό την ηγεσία του Χαράλαμπου Κατσιμήτρου, οδήγησε στη νίκη των ελληνικών όπλων. Η νίκη αυτή είχε τεράστια στρατιωτική σημασία και αποτελούσε δικαίωση για τον διοικητή της, ο οποίος δικαιολογημένα είχε εκφράσει το παράπονό του, ότι δόθηκε μεγαλύτερη σημασία στην «εποποιία» της Πίνδου. Όπως, όμως και ο ίδιος υποστηρίζει, χάρη στη διατήρηση του Καλπακίου μπόρεσε να εξαπολυθεί και η μεγάλη αντεπίθεση στην Πίνδο. Οι απώλειες της VIII Μεραρχίας μέχρι τότε, ανήλθαν σε 60 νεκρούς και 206 τραυματίες ενώ των Ιταλών, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Πράσκα, σε 371 νεκρούς, 1.199 τραυματίες και 658 αγνοούμενους.
Ο Αρχιστράτηγος Παπάγος εξέφρασε την ευαρέσκειά του προς τον Υποστράτηγο Κατσιμήτρο και τους συνεργάτες του.

Πηγή: (Περιοδικό: Β' Παγκόσμιος Πόλεμος)

©2008

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2008

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΕΛΑΙΑΣ (ΚΑΛΠΑΚΙΟΥ)

Φώτο 01:
Οι θέσεις των Ελληνικών και Ιταλικών δυνάμεων
κατά την εισβολή των Ιταλών το 1940


Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΕΛΑΙΑ
(ΚΑΛΠΑΚΙΟΥ)

Στις 08:00 της 2ας Νοεμβρίου, ο ασύρματος της VIII Μεραρχίας υπέκλεψε ένα σήμα του διοικητή του Ιταλικού XXV Σώματος Στρατού προς την αεροπορία, με το οποίο την παρότρυνε:

«Επωφεληθείτε από την καλή ημέρα και χτυπήστε δυνατά τον εχθρό».

Από τις 09:00 έως τις 12:00, σμήνη αεροπλάνων βομβάρδισαν αδιάκοπα την τοποθεσία Ελαία – Καλαμάς και ιδιαίτερα τα υψώματα Γκραμπάλα – Ελαίας – Μονής Βελά, μέχρι τα Ιωάννινα. Ο βομβαρδισμός των Ιωαννίνων ήταν ο ισχυρότερος μετά των βομβαρδισμό των Πατρών, που είχε γίνει την πρώτη ημέρα του πολέμου. Μετά τις 12:00, το ιταλικό πυροβολικό σφυροκοπούσε ιδιαίτερα τον υποτομέα των Σουδενών και της Ελαίας. Οι Ιταλοί είχαν μεταφέρει στο μέτωπο μία «πυροβολαρχία θέσεων» βαρέος πυροβολικού. Οι Ελληνικές απώλειες ήταν ασήμαντες, καθώς η αποτελεσματικότητα των βλημάτων ήταν πενιχρή στα χαρακώματα. Μάλιστα, στα πιο εμφανή χαρακώματα δεν είχαν μπει καν στρατιώτες και έτσι τα βλήματα των Ιταλών έπεφταν στο κενό.

Περί τις 15:00, οι φάλαγγες «Σολίνα» και «Τρίτσιο» εφόρμησαν κατά των υψωμάτων Γκραμπάλας και βορειοανατολικά της Ελαίας και οι φάλαγγες «Τζανίνι» και «Σαπιέντζα» κατά Ελαίας – Νεγράδων και Βροντισμένης, παρά την επιβράδυνση και τις απώλειες που υφίσταντο από τη δράση του ελληνικού πυροβολικού. Η συγκεντρωτική βολή του ελληνικού πυροβολικού, στις 14:00, παρά τον κίνδυνο αποκαλύψεως των θέσεών του, προκάλεσε τη διάλυση μιας ιταλικής συγκέντρωσης δύο ταγμάτων σε μια χαράδρα κοντά στη Ψηλορράχη και την άτακτη φυγή τους προς το Χάνι Καλλιθέας και στο χωριό Ποντικάδες, 20 χλμ μακριά. Παρά τη σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων, η ιταλική επίθεση κατά της Γκραμπάλας ήταν συνεχής και επίμονη. Στις 20:00, μια δύναμη λόχου Αλβανών ανέβηκε αθέατη στο ύψωμα Γκραμπάλα, εφόρμησε αιφνιδιαστικά και ανέτρεψε την ελληνική διμοιρία στην κορυφή του υψώματος 1060. Ταυτόχρονα, άλλος εχθρικός λόχος ανέτρεψε την υπόλοιπη δύναμη του ελληνικού λόχου που κατείχε το ύψωμα Γκραμπάλα. Το συγκρότημα της Γκραμπάλας κυριεύτηκε από τους Ιταλούς, οι οποίοι κατάφεραν να το κρατήσουν, βοηθούμενοι και από το γεγονός ότι η χιονοθύελλα συνεχιζόταν μέχρι τα χαράματα.

Στις 05:00 της 3ης Νοεμβρίου, όταν κόπασε η χιονοθύελλα, εκδηλώθηκε ελληνική αντεπίθεση. Την ώρα που ανέβαιναν τα ελληνικά τμήματα στην Γκραμπάλα, ανέβαινε από την πίσω πλευρά και το υπόλοιπο τάγμα των Αλβανών, που είχε διανυκτερεύσει στα Καλύβια Αρίστης. Η μάχη διεξήχθη σώμα με σώμα, με τη χρήση ξιφολόγχης. Οι ελληνικές δυνάμεις (λόχος Ευζώνων υπό τον Ταγματάρχη Πανταζή) επιτιθέμενες «δι’ εφ’ όπλου λόγχη» και με την πολεμική ιαχή «Αέρα», κατάφεραν να κατατροπώσουν τους εχθρούς και να ανακαταλάβουν την Γκραμπάλα. Περί τις 06:00 από το παρατηρητήριο του υψώματος εντόπισαν στα Καλύβια Αρίστης ολόκληρο το ιταλικό 47ο Σύνταγμα Πεζικού, έτοιμο να ανέβει στην Γκραμπάλα, με σκοπό να συνεχίσει από εκεί την επίθεσή του προς τα υψώματα 1060 – 1090 (Ασόνιτσα) και ανατολικότερα. Η συγκεντρωτική βολή 4 πυροβολαρχιών επέφερε τη διάλυση του συντάγματος και τη ματαίωση της επίθεσης, αλλά και της τυχόν διεύρυνσης του θύλακος.

Οι βομβαρδισμοί από την αεροπορία και το πυροβολικό των Ιταλών συνεχίστηκαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα και στις 3 Νοεμβρίου, στις θέσεις Ψηλορράχη, Ελαία, Ρεπέτιστα, Σιάστη και Μονή Σωσίνου. Νωρίς το απόγευμα, ο Σταθμός Διοικήσεως έλαβε ένα σήμα από τα προκεχωρημένα παρατηρητήρια της VIII Μεραρχίας:

«Εχθρική φάλαγξ αρμάτων εκκινεί επί της οδού Δολιανά προς Καλπάκι».

Στις 16:00, φάλαγγα 50-60 ιταλικών αρμάτων με 80 μοτοσικλετιστές εξήλθε από τους χώρους απόκρυψης, κοντά στη διχάλα των δρόμων προς Μέρτζανη και Χάνι Δελβινάκι και εφόρμησε κατά του λόφου της Ελαίας. Η επίθεσή τους όμως συνετρίβη από την αντιαρματική άμυνα και το εύστοχο πυρ του πυροβολικού. Οι Ιταλοί απώλεσαν 30 μοτοσικλετιστές, ενώ 9 άρματά τους καταστράφηκαν. Τα υπόλοιπα άρματα έκαναν αναστροφή και υποχώρησαν. Το ιταλικό πεζικό που ήταν στους χώρους συγκέντρωσης για να επιτεθεί μετά τα άρματα, δέχτηκε και αυτό πυρά πυροβολικού και δεν μπόρεσε να εκδηλώσει την επίθεσή του στην Ελαία. Ανάλογη τύχη είχαν και τα ιταλικά τμήματα που ενεργούσαν στον Άγιο Αθανάσιο και Γκορίτσα.

Το ηθικό των Ελλήνων στρατιωτών είχε αναπτερωθεί, αφού έβλεπαν ότι η αντιαρματική τους θωράκιση ήταν αποτελεσματική, έστω και αν αντιμετώπιζαν για πρώτη φορά άρματα και εδραίωναν την πεποίθησή τους για την αποτελεσματική τους άμυνα εναντίον οιουδήποτε μέσου των Ιταλών. Ωστόσο η αντιαρματική θέση στον υποτομέα της Γκρίμπιανης (του τομέα Καλαμά, βορειοδυτικά του τομέα Καλαμά) ήταν ασθενής και καθώς η αρματική επίθεση στην Ελαία βρισκόταν σε εξέλιξη, ο Κατσιμήτρος διέταξε την σύμπτυξη των υποτομέων Γκρίμπιανης και Γρανιτσοπούλας από τη θέση τους δυτικά του Καλαμά, προς τις επίσης οργανωμένες θέσεις των υποτομέων Ζίτσας και Σουλόπουλου, ανατολικά του Καλαμά. Ο στρατηγός προέβη στην ενέργεια αυτή για να εξοικονομήσει περισσότερη εφεδρεία, αφού οι ανάγκες του καθημερινά αυξάνονταν. Η σύμπτυξη έγινε τη νύχτα της 3ης προς 4ης Νοεμβρίου, με τόσο αριστοτεχνικό τρόπο, ώστε ο εχθρός δεν την αντιλήφθηκε και ενήργησε σφοδρότατο βομβαρδισμό στις εγκαταλειφθείσες θέσεις.

Αν και η Ανώτατη Ιταλική Διοίκηση ματαίωσε τη συνέχιση της επίθεσης, που είχε σχεδιάσει για τις 4 Νοεμβρίου, προκειμένου να την οργανώσει καλύτερα και να εξασφαλίσει τον ανεφοδιασμό των δυνάμεων της, η επιθετική δραστηριότητα της αεροπορίας, του πυροβολικού και των μονάδων ελιγμού της πρώτης γραμμής ήταν συνεχής.

Τη νύχτα 3 προς 4 Νοεμβρίου, οι Ιταλοί κατάφεραν να διασχίσουν τον Καλαμά στην περιοχή του Αγίου Αθανασίου, αλλά ύστερα από αντεπίθεση των ελληνικών δυνάμεων απωθήθηκαν και πάλι πέρα από το ποτάμι.

Τις τρεις αυτές ημέρες, το πεζικό και το πυροβολικό των Ελλήνων καταπονήθηκε πολύ από τις πτήσεις χαμηλού ύψους της ιταλικής αεροπορίας. Για να μην αποκαλυφθούν οι θέσεις τους, το μεν πυροβολικό τηρούσε αναγκαστική σιγή και δεν ανταποκρινόταν ακόμη και σε αιτήματα του πεζικού απόλυτης ανάγκης, ενώ το πεζικό αναγκαζόταν να παραμείνει μέσα στα ορύγματα.

Τη νύχτα 4 προς 5 Νοεμβρίου, ελληνικές αναγνωρίσεις και αποσπάσματα εστάλησαν έξω από την αμυντική τοποθεσία, στη Βουρλιόζα και στη γέφυρα του Καλαμά, όπου μάζεψαν τις μοτοσικλέτες και τα άρματα που είχαν αφήσει εκεί οι Ιταλοί στις 3 Νοεμβρίου. Επίσης, επιθετικές αναγνωρίσεις εστάλησαν στη γέφυρα του Αγίου Αθανασίου και στις θέσεις ανατολικά του Καλαμά, του υποτομέα Γρίμπιανης, από όπου μετέφεραν υλικά, τα οποία είχαν εγκαταλείψει όταν συμπτύχθηκαν την προηγούμενη νύχτα.

Οι Ιταλοί μόλις το απόγευμα τις 4ης Νοεμβρίου διαπίστωσαν ότι οι προωθημένες θέσεις δυτικά του Καλαμά είχαν εγκαταλειφθεί από τους Έλληνες και στης 05:00 της 5ης Νοεμβρίου εγκατέστησαν βάση πυρός στο ύψωμα Λεπροβούνι. Ο Στρατηγός Πράσκα ανέφερε στον Στρατηγό Μπαντόλιο ότι η επικείμενη ελληνική επιστράτευση επέβαλλε να σταλούν νέες δυνάμεις από την Ιταλία, για να μην χαθούν όσα εδάφη ως τότε είχαν καταλάβει.

Οι ιταλικές επιθετικές προσπάθειες για την κατάληψη της Γκραμπάλας (από το χωριό Αρίστη), της Ελαίας και της Βροντισμένης, που επαναλήφθηκαν στις 5 Νοεμβρίου, απέτυχαν και αρκετά εχθρικά άρματα καταστράφηκαν μπροστά στη Βροντισμένη, στις ελώδεις εκτάσεις του Καλαμά. Το βράδυ της ίδιας ημέρας ο ασύρματος της VIII Μεραρχίας υπέκλεψε ένα ραδιογράφημα της ιταλικής μονάδας που έλεγε:

«Είμαστε υποχρεωμένοι να αναστείλουμε τις επιχειρήσεις αναμένοντας ενισχύσεις. Οι Έλληνες που είναι γνωστοί για το πείσμα και την επιμονή τους, οργάνωσαν από τον καιρό της ειρήνης το τραχύ και ανώμαλο έδαφος της Ηπείρου με τέτοια μεθοδικότητα και επιμέλεια, ώστε κάθε βράχος αποτελεί μια φωλιά πολυβόλων και κάθε σπήλαιο μια θέση άμυνας και παρουσιάζουν τόση λύσσα στον αγώνα, ώστε χρειάζονται περισσότερα και ισχυρότερα μέσα για να τους εκδιώξουμε.»

Στις 6 Νοεμβρίου, το ιταλικό πεζικό επιχείρησε να καταλάβει τα υψώματα Νεγράδων αλλά αναχαιτίσθηκε από τα αυτόματα όπλα και τα τυφέκια των Ελλήνων, καθώς το πυροβολικό αντιμετώπιζε έλλειψη πυρομαχικών. Την ημέρα αυτή οι Ιταλοί προετοίμαζαν νέα επιθετική προσπάθεια προς τα δύο πλευρά της τοποθεσίας Ελαίας και ιδιαίτερα, στην Γκραμπάλα και στην Ασόνιτσα.

Στις 7 Νοεμβρίου, η ιταλική αεροπορία από τις 09:00 -11:00 και κατόπιν το πυροβολικό από τις 11:00-13:00, βομβάρδιζαν αδιάκοπα την περιοχή της Γκραμπάλας, χωρίς θετικά αποτελέσματα, αφού προτού λάβουν την επαφή οι δυνάμεις τους, στις 16:30 περίπου, διασκορπίστηκαν από το ελληνικό πυροβολικό. Στις 22:00, μια ιταλική διλοχία αναρριχήθηκε και εφόρμησε κατά της Γκραμπάλας κυριεύοντας τη νότια κορυφή της (ύψωμα 1060). Οι ελληνικές δυνάμεις αντεπιτέθηκαν και μετά από αγώνα σώμα με σώμα και με τη χρήση χειροβομβίδων ανακατέλαβαν το ύψωμα. Στα στήθη των νεκρών της ιταλικής διλοχίας βρέθηκαν μεταλλικά εμβλήματα (ταυτότητες), με τα στοιχεία «47 RQT» και την επιγραφή: «FANTI DELLA MORTI», δηλαδή «στρατιώτες θανάτου».

Στις 8 Νοεμβρίου, τα ελληνικά παρατηρητήρια διαπίστωσαν μια ασυνήθιστη κίνηση ιταλικών μεταγωγικών αυτοκινήτων στα μετόπισθεν και ιδιαίτερα στο Χάνι Δελβινάκι. Επίσης, παρατηρούσαν και αλλαγή θέσεων του ιταλικού πυροβολικού προς τα πίσω, αλλά και απουσία αρμάτων μπροστά στην αμυντική τοποθεσία της Ελαίας. Οι κινήσεις αυτές αποτελούσαν μια πρώτη ένδειξη ότι οι Ιταλοί εγκατέλειπαν την τοποθεσία.

Πηγή: (Περιοδικό: Β' Παγκόσμιος Πόλεμος)

©2008

Σάββατο 2 Αυγούστου 2008

Ο Ησίοδος

Φώτο 01: Ο Ησίοδος
(Προτομή του Αρχαίου Έλληνα ποιητή)
Ησίοδος

Ο Ησίοδος, ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος του διδακτικού έπους, γεννήθηκε στην Άσκρα της Βοιωτίας, μεταξύ του 8ου και του 7ου π.Χ. αιώνα.
Τα σημαντικότερα από τα έργα του είναι η "Θεογονία" και το "Έργα και Ημέραι".

Στη "Θεογονία" περιγράφει τη γενεαλογική ιστορία των θεών και την εξελικτική πορεία του κόσμου και προτρέπει τους συνανθρώπους του στην εμπιστοσύνη στο θεό.
Στο "Έργα και Ημέραι" εκφράζει την αγάπη του για την εργασία και την πεποίθησή του ότι μόνο αυτή οδηγεί στην κατάκτηση της αρετής και της δικαιοσύνης. Την απήχηση των αντιλήψεων του Ησιόδου τη συναντούμε στο Σόλωνα, στον Αισχύλο και στον Πίνδαρο.

Υπήρξε επίσης πηγή έμπνευσης του Βιργίλιου στα "Γεωργικά".

©2008

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008

Ο Αισχύλος

Φώτο 01: Ο Αισχύλος
(Η προτομή του Αρχαίου Έλληνα ποιητή)
Ο Αισχύλος

Ο αρχαίος Έλληνας τραγικός ποιητής Αισχύλος, γεννήθηκε στην Ελευσίνα και έζησε από το 525 έως το 456 π.Χ.. Πήρε μέρος στους Περσικούς Πολέμους, στον Μαραθώνα, στο Αρτεμίσιο, στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές.

Το 496 π.Χ. άρχισε να συμμετέχει σε δραματικούς αγώνες. Την πρώτη του νίκη την πέτυχε το 484 π.Χ.. Ακολούθησαν 12 νίκες και μια φήμη που ξεπέρασε τα όρια της Ελλάδας.
Από τις 82 τραγωδίες που έγραψε σώζονται επτά: "Πέρσαι", "Ικέτιδες", "Επτά επί Θήβαις", "Προμηθεύς Δεσμώτης", "Ορέστεια", "Χοηφόροι" και "Ευμενίδες".
Το ύφος που χρησιμοποιεί είναι επιβλητικό, το λεξιλόγιο πλούσιο, οι ήρωες πομπώδεις, ορμητικοί και ενθουσιώδεις.

Ήταν αυτός που δημιούργησε τον δραματικό διάλογο προσθέτοντας τον δεύτερο υποκριτή. Θεωρείται σημαντικός συντελεστής της διαμόρφωσης της αττικής διαλέκτου, ενώ ο ίδιος ήταν ηθοποιός, σκηνοθέτης και χορογράφος.

©2008