ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Η γενοκτονία των Ποντίων ( 1916 – 1923 ) με 353.000 νεκρούς αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας
Η γενοκτονία ως όρος διαμορφώθηκε κυρίως στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας.
Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις.
Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί.
Αποτελεί το βαρύτερο έγκλημα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, για το οποίο μάλιστα δεν υπάρχει παραγραφή.
Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε άμεσα ή έμμεσα τις άλλες δύο γενοκτονίες του αιώνα μας, των Εβραίων και Αρμενίων.
Η γενοκτονία των Ποντίων έχει τις ίδιες ηθικές αναλογίες με αυτές των Εβραίων και των Αρμενίων, δυστυχώς όμως αποτελεί τη λιγότερο μνημονευόμενη και περισσότερο λησμονημένη από τους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς.
Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας ( 1461 ) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση – γενοκτονία του αιώνα μας.
Επτά χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Τραπεζούντα. Η οθωμανική κατάκτηση του μικρασιατικού Πόντου μπορεί να διαιρεθεί σε τρεις περιόδους.
* Η πρώτη αρχίζει με την άλωση της Τραπεζούντας το 1461 και λήγει στα μέσα του 17ου αιώνα. Την περίοδο αυτή οι Τούρκοι κρατούν μάλλον ουδέτερη στάση κατά των Ελλήνων του Πόντου.
* Η δεύτερη αρχίζει στα μέσα του 17ου αιώνα και λήγει με το τέλος του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου. Χαρακτηρίζεται με τη θρησκευτική βία κατά των χριστιανικών πληθυσμών. Κατά την περίοδο αυτή πραγματοποιούνται οι ομαδικοί εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών.
* Η τελευταία περίοδος, που τελειώνει το 1922 υποδιαιρείται σε δύο υποπεριόδους.
Η πρώτη αρχίζει με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, το 1774. Χαρακτηρίζεται από τη συστηματική προσπάθεια των τοπικών αρχών να μην εφαρμόζουν προς όφελος των χριστιανών τους φιλελεύθερους νόμους. H δεύτερη υποπερίοδος αρχίζει το 1908 και χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του τουρκικού εθνικισμού.
Από τους βαλκανικούς πολέμους και από τους επίσημους συμβούλους, των Γερμανών, οι Νεότουρκοι διδάχθηκαν ότι μονάχα με την εξαφάνιση των Ελλήνων και Αρμενίων θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία.
Οι διάφορες μορφές βίας δεν αρκούσαν για να φέρουν τον εκτουρκισμό.
Η απόφαση για την εξόντωσή τους πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μουσταφά Κεμάλ (1919 – 1923).
Το Νεοτουρκικό Κομιτάτο << Ένωση και Πρόοδος >> ιδρύθηκε το 1889. Στο συνέδριο τους, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911 πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα.
Η απόφαση αυτή καταδίκασε σε θάνατο διάφορες εθνότητες.
Οι Τούρκοι στον Πόντο άρχισαν με την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας.
Παράλληλα αμφισβήτησαν το δικαίωμα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα τα επαγγέλματά τους και επί πλέον απαγόρευσαν τους μουσουλμάνους να εργάζονται επαγγελματικά με τους Έλληνες με την ποινή της τιμωρίας από τις στρατιωτικές Αρχές.
Κατ΄ αρχήν οι άτακτες ορδές των Τούρκων επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας νέα κορίτσια, κακοποιώντας και καίγοντάς τα.
Οι Τούρκοι χωρίς προσχήματα πια περνούν στην επίθεση. Από κάθε γωνιά του Πόντου και της Μικράς Ασίας έρχονται καταγγελίες. Οι σποραδικές δολοφονίες αρχίζουν να αυξάνονται. Χωρικοί, που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους, βρίσκονταν καθημερινά δολοφονημένοι.
Οι διωγμοί εκδηλώθηκαν αρχικά με τη μορφή σποραδικών κρουσμάτων βίας, καταστροφών, απελάσεων και εκτοπισμών. Φαίνονταν σαν να προέρχονταν από ανεύθυνα κυρίως στοιχεία. Πολύ γρήγορα όμως έγιναν συστηματικοί, πιο οργανωμένοι και εκτεταμένοι και στρέφονταν τόσο κατά των Ελλήνων όσο και κατά των Αρμενίων. Εμπνευστής και εγκέφαλος αυτής της επιχείρησης της γενοκτονίας ήταν ο Μεχμέτ Ταλαάτ, υπουργός των Εσωτερικών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με δικές του εντολές, που καλούσαν τις αρχές να μη δείχνουν κανένα έλεος και για τους χριστιανούς, εξαπολύθηκαν οι διωγμοί κατά των << ανεπιθύμητων >> εθνοτήτων σε μια τεράστια έκταση.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγκάστηκε, σε ένδειξη πένθους, να κλείσει στις 15 Μαΐου 1914 όλες τις εκκλησίες και τα σχολεία και να καταγγείλει στις Μεγάλες Δυνάμεις τους νέους διωγμούς.
Δεν κατάφερε όμως τίποτε γιατί κηρύχθηκε στο μεταξύ ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος, στον οποίο η Τουρκία έλαβε μέρος ως σύμμαχος της Γερμανίας, έχοντας πια την ευχέρεια να εφαρμόσει πλήρως το παλιότερο σχέδιο της εξόντωσης των χριστιανών.
Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής ανάγκασε χιλιάδες Έλληνες των παραλίων της Μικρασίας να εγκαταλείψουν τις προαιώνιες εστίες τους και να μετοικήσουν με πολυήμερες εξοντωτικές πορείες.
Σύμφωνα με μια έκθεση της Ελληνικής Πρεσβείας, με ημερομηνία τον Ιούνιο του 1915 είναι γραμμένα τα εξής: << Οι εκτοπιζόμενοι από τα χωριά τους δεν είχαν δικαίωμα να πάρουν μαζί τους ούτε τα απολύτως αναγκαία. Γυμνοί και ξυπόλητοι, χωρίς τροφή και νερό, δερόμενοι και υβριζόμενοι, όσοι δεν εφονεύοντο οδηγούντο στα όρη από τους δημίους τους. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς πέθαιναν κατά την πορεία από τα βασανιστήρια. Το τέρμα του ταξιδιού δεν σήμαινε και τέρμα των δεινών τους, γιατί οι βάρβαροι κάτοικοι των χωριών, τους παρελάμβαναν για να τους καταφέρουν το τελειωτικό πλήγμα ... >>
Σκοπός των Τούρκων ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολήσεις των χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν.
Η ήττα της Τουρκίας από τις δυνάμεις της Αντάντ και το τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου έφερε μια προσωρινή ανάπαυλα στο απάνθρωπο σχέδιο των Νεότουρκων.
Η νέα τουρκική κυβέρνηση υποχρεώνεται από τις νικήτριες δυνάμεις να δώσει άδειες επιστροφής στους λίγους εξόριστους που είχαν απομείνει.
Το 1919 αρχίζει νέος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Εκείνος ο διωγμός υπήρξε η χαριστική βολή για τον ποντιακό ελληνισμό.
Στις 19 Μαΐου, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας.
Με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συγκροτεί μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδιάζει την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού.
Αυτό που δεν πέτυχε το σουλτανικό καθεστώς στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, το πέτυχε μέσα σε λίγα χρόνια ο Κεμάλ, εξόντωσε τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας.
Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες του Πόντου να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο για την προστασία του αμάχου πληθυσμού.
Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και ακατάβλητο ποντιακό αντάρτικο.
Με την επικράτηση του Κεμάλ, οι διωγμοί συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση. Στήνονται στις πόλεις του Πόντου τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας, που καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του ποντιακού ελληνισμού. Το τέλος του Πόντου πλησιάζει. Οι φωνές λιγοστεύουν.
Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων μετά τη νίκη της Τουρκίας. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών έρχονται στην Ελλάδα και τα τελευταία ζωντανά υπολείμματα.
Οι ξεριζωθέντες εγκαταλείπουν την πατρώα γη και όλα τα υπάρχοντά τους. Παίρνουν μαζί τους ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντου.
Αφήνουν πίσω τη Μαύρη Θάλασσα και μπαίνουν στην Άσπρη Θάλασσα.
Φτάνουν στην Ελλάδα.
Πάμφτωχοι, έχοντας αφήσει πίσω τους περιουσίες και πλούτη, έφτασαν ταλαιπωρημένοι από τις διώξεις, με το φόβο ακόμη ζωντανό μέσα τους, κι εγκαταστάθηκαν δίχως να χάσουν το θάρρος τους, εδώ κι εκεί στη νέα ελληνική πατρίδα. Σκορπίσανε σε χωριά και πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης, στους συνοικισμούς της πρωτεύουσας και σε άλλες περιοχές, με μοναδικό εφόδιο την αυτοπεποίθηση, την αισιοδοξία, την αγάπη στη γη και τα γράμματα ή τις τέχνες.
Αλλά και με την τραγική θέση της η Ιωνία ήλθε να διαδραματίσει τον εθνικό της ρόλο. Μοναδική αλλά και μεγάλη παρηγοριά ότι οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες, οι αιώνιοι Ακρίτες, θωράκισαν τη Μακεδονία και τη Θράκη. Περισσότεροι από 700.000 πρόσφυγες από τη Μικρασία και τον Πόντο εγκαταστάθηκαν στη βόρεια Ελλάδα. Οι Ίωνες, με μια πλούσια πολιτισμική και εθνική παράδοση, συνέβαλαν στην επιβεβαίωση της εθνικής ταυτότητας.
Μέσα από αντιξοότητες και εμπόδια, που συνάντησαν, ειδικά στα χωριά της εγκατάστασής τους, κατόρθωσαν τόσο αυτοί όσο και αργότερα τα παιδιά τους, με την επιμονή και την υπομονή που τους διακρίνει, όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να διεισδύσουν στους χώρους των επιστημών και των τεχνών, της πολιτικής και του συνδικαλισμού, και να διακριθούν, συντελώντας καίρια την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου των συμπολιτών τους, στην πρόοδο της επιστήμης και στην πολιτική ανάπτυξη του τόπου.
Η ιστορία της καταστροφής, το χρονικό της συγκλονιστικής γενοκτονίας, έχει φτάσει στις μέρες μας μόνο με τον λυγμό των ξεριζωμένων. Διάσπαρτες αφηγήσεις, όσα κρατάει ο νους, όσα μπορεί και θέλει να συγκρατήσει. Νωπές είναι οι αναμνήσεις, αδιάψευστα τα στοιχεία και οι καταθέσεις των προσφύγων, εκείνων που μόλις είχαν γλιτώσει από του Χάρου τα δόντια. Κι όλοι στηρίζουν το αίτημα που τόσο έχει βραδύνει: να αναγνωριστεί η γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού και να καταδικαστεί η Τουρκία έτσι όπως καταδικάστηκε στην ιστορική συνείδηση της ανθρωπότητας και η ναζιστική Γερμανία.
Δεν είναι συναισθήματα εκδίκησης που υπαγορεύουν την πρόταση αυτή. Μόνον ανάγκη απονομής Δικαιοσύνης στα θύματα, μα και στην ανθρωπότητα ολόκληρη. Και πριν απ’ όλα, η προστασία του γένους των Ανθρώπων. Ανάγκη να πάψει πια το φρικτό έγκλημα της γενοκτονίας να αποτελεί εύκολη λύση των διεθνών προβλημάτων.
Ελλήνων του Πόντου
Πριν από τον όρο "Γενοκτονία" υπήρχε ο όρος "Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας".
Πρόβλημα στη δίκη των γενοκτόνων μπορεί να υπάρξει με το νομικό όρο "nulla poena sine lege”, δηλαδή δίχως ισχύων νόμο δεν υπάρχει τιμωρία.
Ο όρος της Γενοκτονίας δεν υπήρχε την εποχή εκείνη, έτσι η τιμωρία και καταδίκη εκείνων τίθεται υπό ερωτηματικό.
Το ποινικό δίκαιο, για να εξασφαλίσει τη δίκαιη μεταχείριση των κατηγορουμένων δεν μπορεί να δράσει αναδρομικά.
Από την άλλη άποψη όμως θα πρέπει να ειπωθεί, ότι σε όλα τα νομικά πλαίσια υπήρχε η τιμωρία της δολοφονίας.
Εξάλλου πολλά από τα διαπραγόμενα εγκλήματα ήταν τόσο φρικιαστικά και απάνθρωπα που δεν μπορούσε εκ των προτέρων να τα αναλογιστεί ανθρώπινος νους, για να προνοήσει με ανάλογους νόμους κατά αυτά.
Οι Τούρκοι αρνούνται σήμερα τη σφαγή του 1922 – τη σφαγή των Ελλήνων. Κι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με αδιάσειστα ντοκουμέντα, τα αποδίδουν στις αναπόφευκτες ακρότητες του πολέμου. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική.
Η γενοκτονία των Χριστιανών ήταν ένα καλά μελετημένο σχέδιο εξόντωσης όλων των μειονοτήτων της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας. Ένα σχέδιο που άρχισε να εφαρμόζεται από το 1914, με τον πρώτο διωγμό. Και ολοκληρώθηκε μετά την καταστροφή του 1922.
Φαίνεται, ότι η Μικρασιατική καταστροφή, δεν εκτελέστηκε μέσα σε κάποια χρονικά περιθώρια.
Είναι επίκαιρη ακόμη και στις μέρες μας, αφού αντιμετωπίζουν τα αδέλφια μας οι Πόντιοι τις ίδιες συνθήκες μεταχείρισης, όπως οι πρόγονοί μας πριν από 75 χρόνια. Το ιστορικό κεφάλαιο του δράματος των Ελλήνων του Πόντου δεν έχει κλείσει, εφόσον πολλά γεγονότα δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμη.
Είναι τραγικό να τίθεται σήμερα υπό αμφισβήτηση η ελληνικότητα των ανθρώπων αυτών ( χρησιμοποιώντας τους όρους "Ρωσοπόντιοι" ή "Ρωσοέλληνες" ), των οποίων οι πρόγονοι γενοκτονήθηκαν για ακριβώς αυτή την ιδιότητα, δηλαδή την ελληνική εθνικότητα και την ορθόδοξη πίστη τους.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως "Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο", ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα.
Οι Πόντιοι επιλέγοντας την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης, ημέρα που στην Τουρκία αποτελεί εθνική γιορτή της τουρκικής νεολαίας, αποκαλύπτουν το πραγματικό εγκληματικό πρόσωπο του Μουσταφά Κεμάλ πασά.
Ο Ελληνισμός τιμά τη μέρα αυτή τη μνήμη της μεγάλης θυσίας – το κουράγιο των τρομαγμένων, κατατρεγμένων, καταταλαιπωρημένων θυμάτων, που μπόρεσαν να κλείσουν στις ψυχές τους τις αλησμόνητες πατρίδες και να τις ξαναστήσουν στα γκέτο των συνοικισμών, όπου τους έκλεισε η προσφυγιά.
Οι πρόγονοί μας άφησαν τη ζωή τους, και πολλοί από αυτούς έμειναν άθαφτοι στον αγώνα τους να μην αλλοιωθεί η πίστη τους, να μη χαθεί η δική τους και με τη σειρά δική μας εθνική ταυτότητα.
Η κληρονομιά μας αυτή φαντάζει βαριά κι ασήκωτη, μα αν την κατανοήσουμε θα δούμε πως είναι μια κληρονομιά μοναδική και πολύτιμη. Μια κληρονομιά βαθιάς ευθύνης και υπευθυνότητας απέναντι στις επόμενες γενιές.
Σε μια εποχή, που τα πάντα βρίσκονται υπό αμφισβήτηση, μια εποχή των εύκολων λύσεων μας δίνεται η ευκαιρία να αγωνιστούμε με το δικό μας μοναδικό τρόπο για το έθνος μας και την ιστορία του.
Χρέος μας λοιπόν είναι να μάθουμε ό,τι μπορεί να μας προσφέρει η σημερινή εποχή, μέσα από τις αφηγήσεις, μαρτυρίες και τα βιβλία – ιστορικά και λαογραφικά -, την ιστορία του έθνους μας.
Δυστυχώς έχει μείνει ένα μεγάλο και τραγικό κομμάτι της ιστορίας μας έξω από τα σχολικά εγχειρίδια, γεγονός που αποτελεί, κατά τη δική μου άποψη, έγκλημα βαρύ απέναντι στους προγόνους μας, απέναντι στην ελληνική ιστορία.
Ένας λαός χωρίς ιστορία είναι καταδικασμένος να αφανιστεί. Λείπουν οι γερές ρίζες για να επιβιώσουν οι ιδιαιτερότητές του, ειδικά σε μια εποχή, που χαρακτηρίζεται από την αφομοίωση των διαφόρων φυλών και εθνικοτήτων. Σ’ αυτό πρέπει να αντισταθούμε.
Η ειρηνική συμβίωση των λαών δεν προϋποθέτει την αφομοίωσή τους, μα την κατανόηση και τον αλληλοσεβασμό μεταξύ τους.
Στο δικό μας χέρι δίνονται όλα αυτά τα αδιάψευστα γεγονότα και φαίνεται οι ψυχές των προγόνων μας να μας θυμίζουν πως δεν κάνει να μείνουν στο περιθώριο, να ξεχαστούν. Μόνο έτσι ο θάνατός τους θα δικαιωθεί. Ας θέσουμε ως σκοπό μας, όχι την καταδίωξη κάποιου λαού, μα να μην αφήσουμε την ιστορία του λαού μας στο έλεος "κάποιων" συμφερόντων, που θα οδηγήσουν στην παραχάραξη της.