ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ: Dilaz Hellas Dilaz Hellas :GREEK ANTHEM

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2007

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΤΟ 1940

Φώτο:
Έλληνες στρατιώτες κάνουν έφοδο
στα βουνά της Πίνδου

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ

Ούτε η συντριπτική υπεροχή του αντιπάλου, κυρίως σε οπλισμό, αεροπορία και μέσα μεταφοράς, ούτε οι αντίξοες καιρικές συνθήκες (βαρύς χειμώνας), ούτε το δύσβατο του εδάφους, ούτε οι φοβερές δυσχέρειες ανεφοδιασμού εμπόδισαν τον στρατό μας να αναλάβει γενική αντεπίθεση για την κατάληψη και απελευθέρωση της Β. Ηπείρου.

Στον Νότιο Τομέα, το Α’ Σώμα Στρατού κατέλαβε τους Άγιους Σαράντα, το Αργυρόκαστρο, τη Χειμάρρα και άνοιξε τον δρόμο για την προέλαση προς Αυλώνα.

Στον Κεντρικό Τομέα, το Β’ Σώμα Στρατού κατέλαβε την Πρεμετή και στο τέλος Δεκεμβρίου έφτασε 15 χιλιόμετρα ανατολικά από την Κλεισούρα, την οποία κατέλαβε αργότερα.

Στον Βόρειο Τομέα, το Τ.Σ.Δ.Μ. (Γ’ και Ε’ Σώμα Στρατού) κατέλαβε τον ορεινό όγκο Μόροβας – Ιβάν, το Πόγραδετς και εξασφάλισε από δυτικά το υψίπεδο της Κορυτσάς, την οποία κατέλαβε αργότερα.

Τα ελληνικά στρατεύματα κατάφεραν να προελάσουν, μέσα σε ενάμιση μήνα, στο έδαφος της Βορείου Ηπείρου από 30 έως 80 χιλιόμετρα, μέσω ορεινών δρομολογίων. Δεν χρησιμοποιούσαν τους πεδινούς χώρους γιατί δεν είχαν τεθωρακισμένα και οχήματα.

ΕΑΡΙΝΗ ΕΠΙΘΕΣΗ

Ο σκληρός χειμώνας αναγκάζει τα ελληνικά στρατεύματα να ανακόψουν την προέλασή τους, η οποία είχε ως τελικό αντικειμενικό σκοπό την απόρριψη των Ιταλών στη θάλασσα. Ο Μουσολίνι, που γνωρίζει την επικείμενη επίθεση των Γερμανών κατά της Ελλάδας, για να εξευμενίσει τον Χίτλερ αποφασίζει την εξαπόλυση γενικής αντεπίθεσης στις 9 Μαρτίου 1941 με 10 μεραρχίες. Την αντεπίθεση παρακολουθεί ο ίδιος από το ύψωμα Καμάριτ (Γκλάβα). Όμως και αυτή τη φορά το ακατάβλητο θάρρος και το πνεύμα αυτοθυσίας των ελληνικών στρατευμάτων τον απογοητεύουν, γιατί δεν παραχωρούν ούτε μία σπιθαμή εδάφους. Η αντεπίθεση στις 25 Μαρτίου εκφυλίζεται και ο Μουσολίνι ταπεινωμένος φεύγει από τα Τίρανα για την Ιταλία με πρόθεση να την επαναλάβει. Η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας τον Απρίλιο του 1941 θα ματαιώσει τα σχέδιά του.

Στις 6 Απριλίου 1941 η μικρή Ελλάδα δεν θα διστάσει να πει και δεύτερο

ΟΧΙ

στην παντοδύναμη Γερμανία. Οι Γερμανοί θα περάσουν, όχι όμως από τα οχυρά της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου. Εκείνα θα μείνουν απόρθητα, για να αναγκάσουν τον γερμανικό στρατό να «παρουσιάσει όπλα» προς τιμήν των υπερασπιστών τους, όταν όλα έχουν τελειώσει.

Ο δραματικός επίλογος αυτού του πολυαίμακτου για την Ελλάδα πολέμου, που σημαδεύει και το μεγαλείο της θυσίας για τα σύμβολα της πατρίδας και για τις ανθρώπινες αξίες, θα γραφεί στις 27 Απριλίου 1941 στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.

Κοντά στο μεσημέρι αυτής της ανοιξιάτικης ημέρας, ένα γερμανικό τμήμα θα φτάσει στην Ακρόπολη. Εκεί υπάρχει ο Έλληνας στρατιώτης, φρουρός της γαλανόλευκης που κυματίζει ακόμη ανέμελη στον αττικό ουρανό.

Αυτό που ακολούθησε, όταν κάποιος στρατιώτης Γερμανός τον πλησίασε, θα μας το πει με τον δικό του ποιητικό λόγο ο Γιάννης Γαλανός:

Του είπαν να κατεβάσει τη σημαία οι Γερμανοί, θα ύψωναν τη δική τους. Ήταν αυτός φρουρός εκείνη την ώρα. Διπλώθηκε με αυτή κι έπεσε στο βράχο. Κάτω της Ακρόπολης. Δεν την παρέδωσε. Ήταν Έλληνας αυτός, πώς να το κάνει.

Ένας στρατιώτης Έλληνας, ο Κωνσταντίνος Κουκίδης. Κι ήταν η ώρα του μεγάλου ΟΧΙ αυτή. Άξιος του γένους στάθηκε. Να τον θυμάστε.

(Γιάννης Γαλανός, από τη συλλογή «Φύλλα της ζωής». Εκδόσεις «Φαίδων» 1996).


ΠΗΓΗ: "Ιστορία Εικονογραφημένη", Τεύχος: 352, Οκτωβρίου 1997

Copyright by: Dilaz®

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ VIII ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΟ '40

Φώτο:
Έλληνες στρατιώτες κάνουν έφοδο
στα βουνά στης Πίνδου

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ VIII ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ

Όταν από τα επίσημα αρχεία διαβάσεις την αποστολή που δόθηκε στη Μεραρχία και έχεις έστω και υποτυπώδεις γνώσεις τακτικής και στρατηγικής σου είναι αδύνατον να πιστέψεις ότι μια τέτοια «αποστολή» δόθηκε από το Γενικό Επιτελείο Στρατού, με υπογραφή του τότε αρχηγού Αλέξανδρου Παπάγου. Μέσα από τρία σχέδια επιχειρήσεων (τα ΙΒ’, ΙΒα και ΙΒβ) και τις προφορικές οδηγίες του αρχηγού ΓΕΣ προς τον διοικητή της Μεραρχίας που μετέφερε ο ταγματάρχης Γρίβας Γεώργιος με επιτελής του ΓΕΣ (πήγε αεροπορικώς στα Γιάννενα στις 24.8.1940), σταχυολογώ τις κύριες εντολές:

01. Την κάλυψη του αριστερού του θεάτρου της Δυτικής Μακεδονίας από της γενικής κατευθύνσεως Ιωάννινα – Ζυγός Μετσόβου.

02. Την απόφραξη των προς Αιτωλοακαρνανίαν εξ’ Ηπείρου αγουσώς οδεύσεων (κύρια προσπάθεια).

03. Την απαγόρευση κατά το δυνατόν της υπό του αντιπάλου καταλήψεως της ηπειρωτικής ακτής και του ελέγχου των στενών Κερκύρας – Ηγουμενίτσας. Στις αλλεπάλληλες διαταγές και οδηγίες του ΓΕΣ προς την Μεραρχία υπήρχαν και τα ακούλουθα:

… Η κυβέρνησις δεν αναμένει βεβαίως παρά της μεραρχίας νίκας… Αναμένει όμως εκ ταύτης να σώση την τιμήν των ελληνικών όπλων.

… Ο κίνδυνος εχθρικής απειλής από της περιοχής Πρεβέζης υφίσταται και δέον να εξασφαλίσετε… τα νώτα σας.

… Η Μεραρχία να μην υπολογίζη επί μεταφορών των μονάδων της δια ταχυκινήτων μέσων.

… Η απώλεια του εθνικού εδάφους δεν θα είχε τόση σημασία, όση θα είχε η αποκοπή δυνάμεων Ηπείρου και Δ. Μακεδονίας από των προς Θεσσαλία και Αιτωλοακαρνανία συγκοινωνιών.

Αυτά τα διαδοχικά σχέδια, διαταγές και οδηγίες, δημιουργούσαν τεράστιες ευθύνες στον διοικητή της μεραρχίας. Μόνο μια στρατηγική μονάδα (Σώμα Στρατού και άνω) θα μπορούσε να ανταποκριθεί σ’ αυτόν το διμέτωπο αγώνα από του όρους Γκαμήλα μέχρι του Ιονίου Πελάγους (Ηγουμενίτσα), βάθους 80 περίπου χιλιομέτρων, και από της Ηγουμενίτσας μέχρι και του Αμβρακικού Κόλπου, του ιδίου περίπου αναπτύγματος.

Ο υποστράτηγος Κατσιμήτρος πέρα από τις γνώσεις του (απόφοιτος της Ανωτέρας Σχολής Πολέμου), γνωρίζει άριστα τα προβλήματα της διοικήσεως ως διοικητής μονάδων και μεγάλων μονάδων. Έχει σπουδάσει την τακτική και τη στρατηγική στα πεδία των μαχών τεσσάρων πολέμων (τραυματίας στη Μ. Ασία). Κοσμείται δε με τα προσόντα ενός τέλειου ηγήτορα, προβληματίζεται αλλά δεν αιφνιδιάζεται. Τούτες τις καθοριστικές στιγμές της ζωής του ακούει το κάλεσμα της μοίρας και δεν υποτάσσεται στο ριζικό της. Είναι ο «εκλεκτός», και όχι ο «κλητός», ο ευθυνόφοβος, ο ηττοπαθής. Γνωρίζει άριστα τις συνθήκες τα χαρακτηριστικά του θεάτρου επιχειρήσεων Ηπείρου και το προσωπικό της Μεραρχίας, το σύνολο του οποίου είναι Ηπειρώτες. Είναι διοικητής της Μεραρχίας από το 1938. Έχει εκτιμήσει σωστά τις καταστροφικές συνέπειες σε περίπτωση επιβραδυντικού αγώνα και εγκατάλειψης της Ηπείρου.

Απέκλεισε κατηγορηματικά την αναδίπλωση της Μεραρχίας επί της γραμμής Ζυγός Μετσόβου – Άραχθος Ποταμός. Παίρνει εκείνος τις δικές του αποφάσεις.

«Η Μεραρχία έχει την απόφασιν να παρασύρη τον αντίπαλον επί της οργανωμένης κατά το μάλλον και ήττον τοποθεσίας της Ελαίας και αφού επιφέρει εις τούτον φθοράν, δια γενικής αντεπιθέσεως θα επιδιώξη να τον απορρίψη πέραν των συνόρων, αποκόπτουσα αυτόν από τας γραμμάς συγκοινωνιών και ανεφοδιασμού του».

Αυτά γράφει ο υποστράτηγος Χαρ. Κατσιμήτρος στη διαταγή του της 23ης Σεπτεμβρίου 1940. Νέες οδηγίες του Γενικού Επιτελείου Στρατού, οι οποίες συνεχίζουν να φωτογραφίζουν την έλλειψη αποφασιστικότητας και ένα βαθμό ηττοπάθειας, δεν κλονίζουν την απόφαση του διοικητή της VIII Μεραρχίας.

Ιταλική επίθεση: 28 Οκτωβρίου 1940

Κατά την επεξεργασία των πληροφοριών που έφτασαν στις 27 Οκτωβρίου 1940 (ημέρα Κυριακή) στο στρατηγείο της VIII Μεραρχίας από το άρτια οργανωμένο σχέδιο αναζήτησης και συλλογής πληροφοριών, ο διοικητής της Μεραρχίας με τους βασικούς επιτελείς του (επιτελάρχη Αν/χη Δρίβα Χαρ., αρχηγό Πυροβολικού Συντ/ρχη Μαυρογιάννη Π., Δ/ντη 3ου επειτελ. Γραφείου Ταγμ/ρχη Πετρουτσόπουλο Π.), κατέληξαν στο συμπέρασμα της εκδήλωσης ιταλικής επίθεσης την επομένη, 28 Οκτωβρίου 1940.

Ο Διοικητής της Μεραρχίας, σε τηλεφωνική του επικοινωνία με το ΓΕΣ (Αντ/ρχη Κορώζη) στις 27.10.1940 μεταβίβασε τα ακόλουθα:

«Αναφέρατε παρακαλώ εις τον κ. Αρχηγό του Γ.Ε.Σ. ότι η προσωπική μου γνώμη είναι ότι αύριον την πρωίαν, ίσως δε και κατά την διάρκεια την νυκτός 27 με 28 Οκτωβρίου, θα έχωμεν ιταλικήν επίθεσιν. Η Μεραρχία θα επιτελέση το καθήκον της προς την πατρίδα συμφώνως προς διαταγάς και οδηγίας του Γ.Ε.Ν.. Δύνομαι να βεβαιώσω υπευθύνως τον κ. Αρχηγό του Γ.Ε.Σ. και τονίζω τούτο ιδιαιτέρως ότι δεν θα περάσουν Ιταλοί από το Καλπάκι».

Αυτό το ιστορικό τηλεφώνημα επιβραβεύει την αυτοπεποίθηση και την γενναιότητα, ειδικά γνωρίσματα του Υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου.

«Δηλαδή έχουμε πόλεμο.»

Είναι γνωστή η πρέπει να είναι γνωστή η επίδοση τελεσιγράφου, από τον πρεσβευτή της Ιταλίας στην Αθήνα Γκράτσι, την 03:00 ώρα της 28ης Οκτωβρίου 1940 στον πρωθυπουργό της Ελλάδας Ιωάννη Μεταξά, με το οποίο η ιταλική κυβέρνηση ζητούσε να καταλάβει ο στρατός της ορισμένες στρατηγικές θέσεις στον ελληνικό χώρο, τις οποίες δεν προσδιόριζε.

Αν κοιτάξουμε ερευνητικά το κείμενο αυτού του ιταμού τελεσιγράφου, με την τρίωρη προθεσμία αποδοχής ή απόρριψης των όρων, θα διαπιστώσουμε ότι με οποιαδήποτε απάντηση οι Ιταλοί είχαν ήδη αποφασίσει την κήρυξη πολέμου κατά της Ελλάδας. Αυτό το επισήμανε ο Μεταξάς με την παρατήρηση που έκανε στον Ιταλό πρεσβευτή αμέσως μετά από την ανάγνωση του κειμένου. Του είπε ξεκάθαρα: «Δηλαδή έχουμε πόλεμο!»

Ο Μεταξάς χωρίς να συμβουλευθεί τον Βασιλιά Γεώργιο, είπε το ιστορικό

ΟΧΙ

στα αιτήματα των Ιταλών. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που ερχόταν σε πλήρη αρμονία με την θέληση του δοκιμασμένου από τη δικτατορία Ελληνικού λαού. Η οργή και η αγανάκτηση για τον τορπιλισμό της Έλλης είχε οδηγήσει σε καθολική εθνική ενότητα.

Η άρνηση του πρωθυπουργού να ποδεχτεί τις ιταλικές απαιτήσεις ήταν το αποτέλεσμα μιας ορθολογιστικής εκτίμησης των συμφερόντων της χώρας. Πρέπει να αποδεχθούμε χωρίς υστεροβουλίες ότι με αυτή την απόφαση αποφύγαμε ένα νέο διχασμό, πολύ χειρότερο από εκείνον της περιόδου 1916–1922, με την γνωστή τραγική του κατάληξη.

Εδώ ακριβώς γεννιέται το πελώριο ερώτημα: Οι ορθολογιστικές του Ιωάννη Μεταξά, που τον οδήγησαν στην απόφαση της αρνητικής απάντησης στις απαιτήσεις της Ιταλίας, ήταν ακριβώς όμοιες με εκείνες του Ελευθέριου Βενιζέλου για τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στην εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου; Γιατί λοιπόν πολεμήσαμε τον εθνάρχη τότε, με ξέσπασμα της διαμάχης τον εθνικό διχασμό; Είναι μάλλον βέβαιο ότι οι οδυνηρές εμπειρίες του από την περίοδο 1914–1922 είχαν επηρεάσει τους προσανατολισμούς του.

Με την κήρυξη της γενικής επιστράτευσης από τα σπίτια τους, από την εξορία (το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας ήταν εξορία στα νησιά), από τις φυλακές (ήταν ασφυκτικά γεμάτες από αντιφρονούντες), από το χωράφι, από το γραφείο, όλοι οι Έλληνες κρεμάστηκαν κυριολεκτικά σε κάθε μέσον συγκοινωνίας για να φτάσουν το συντομότερο στο μέτωπο.

Η μοίρα είχε διαλέξει τη Μεραρχία Ηπείρου (VIII Μεραρχία), μόνη από τις μεγάλες μονάδες, να υπερασπιστεί την τιμή και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας εναντίον εχθρού με ασύγκριτα περισσότερες δυνάμεις και με αντίθετες αποφάσεις ως προς την εκπλήρωση αυτής της αποστολής, μεταξύ του Γενικού Στρατηγείου (έδρα το ξενοδοχείο Μ. Βρετανία) στην Αθήνα και του διοικητή της Μεραρχίας, ο οποίος από την πρώτη ημέρα της έναρξης των επιχειρήσεων εγκατέστησε το στρατηγείο του στη θέση «Βρύση του Πασσά» (10 χιλιόμετρα νότια από το Καλπάκι).

Στις 05:30 της 28ης Οκτωβρίου τα ιταλικά στρατεύματα, μισή ώρα πριν από την εκπνοή του τελεσιγράφου, παραβίασαν την ελληνική μεθόριο στην περιοχή Πίνδου – Ηπείρου. Τα τμήματα προκάλυψης στον τομέα της Ηπείρου, μετά από διήμερο (28 – 29.10.1940) σκληρό επιβραδυντικό αγώνα, μπήκαν στην κύρια αμυντική τοποθεσία και εγκαταστάθηκαν σε προβλεπόμενες από το σχέδιο επιχειρήσεων θέσεις για την ανασυγκρότησή τους.

Κατά το διήμερο 28 – 29 Οκτωβρίου, στον τομέα της Πίνδου δημιουργήθηκε σοβαρή κατάσταση. Οι λίγες δυνάμεις του αποσπάσματος Πίνδου δεν μπόρεσαν ν’ αναχαιτίσουν τις ισχυρές δυνάμεις της Μεραρχίας «Τζούλια». Δημιουργήθηκε ρήγμα, κυρίως την κοιλάδα του Αώου (Κόνιτσα), το οποίο αποκάλυπτε το πλευρό των μονάδων του θεάτρου επιχειρήσεων Ηπείρου. Τα ιταλικά τμήματα έφθαναν ως τη Σαμαρίνα, το Δίστρατο και τη Βωβούσα. Το απόσπασμα Πίνδου, με διοικητή τον έφεδρο εκ’ μονίμων (ανακλήθηκε τον Αύγουστο του 1940 στην ενεργό υπηρεσία) Συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη, δεν μπόρεσε να κρατήσει τις επιθέσεις της μεραρχίας Αλπινιστών «Τζούλια». Την 1η Νοεμβρίου είχε την ατυχία να τραυματιστεί σοβαρά και να αποχωρήσει. Την διοίκηση του αποσπάσματος Πίνδου ανέλαβε ο επίσης πανάξιος ηγήτορας, Ταγματάρχης Ιωάννης Καραβίας.

ΑΝΕΥ ΙΔΕΑΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΕΩΣ

Στις 30 Οκτωβρίου το Γενικό Στρατηγείο, με προσωπική διαταγή προς τον διοικητή της VIII Μεραρχίας, του επισημαίνει τα ακόλουθα:

«Να έχετε πάντοτε υπόψη σας ότι η αποστολή της Μεραρχίας είναι η κάλυψη του θεάτρου της Δυτικής Μακεδονίας από την γενική κατεύθυνση Ιωάννινα – Ζυγός και η απόφραξη των δρομολογίων από την Ήπειρο προς Αιτωλοακαρνανία (…)

Προσπάθειές σας για την διεκδίκηση εθνικού εδάφους στην Ήπειρο δεν πρέπει να σας οδηγήσουν στην φθορά των μέσων, έτσι ώστε να κάνουν προβληματική εκπλήρωση της πιο πάνω αποστολής».

Ο Διοικητής της Μεραρχίας, αφού ανακοίνωσε την διαταγή του Γεν. Στρατηγείου στους διοικητές των τομέων Νεγράδων και Καλαμά, με έγγραφη απόρρητη διαταγή τους έκανε γνωστό ότι εξακολουθεί να εμμένει στην απόφασή του ν’ αντιτάξει σταθερή άμυνα στην οργανωμένη τοποθεσία της Ελαίας άνευ ιδέας υποχωρήσεως. Για την αντιμετώπιση της απειλής από τις ορεινές διαβάσεις του όρους Σμόλικα έδωσε εντολή αναδίπλωσης στον υποτομέα του Αώου και στο απόσπασμα Μετσόβου, το οποίο είχε διατεθεί στη Μεραρχία από την 31η Αυγούστου. Σ’ αυτές τις κρίσιμες ώρες της μάχης, ο Υποστράτηγος Κατσιμήτρος ηγέτης αλλά και οικογενειάρχης, νηφάλιος και ατάραχος, γράφει στην αγαπημένη σύζυγό του, μέσα από το αμπρί του, που είναι κοντά στο Καλπάκι.

Τ.Τ. 712 τη 30η Οκτωβρίου 1940

«Αγαπημένη μου Ελένη,

Μην ανησυχής, καλά πάνε τα πράγματα. Το σχέδιόν μου εφαρμόζεται όπως έχει καθορισθή εκ’ των προτέρων, μην πιστεύης καμμίαν διάδοσιν, γιατί όλα είναι φήμαι αδέσποτοι.

Κρατάμε καλά και εντός ολίγου θα τους κανονίσωμε όπως χρειάζεται. Εξαιρετική είναι η δράσις του πυροβολικού μας το οποίον έχει καταστρέψει αρκετά άρματα μάχης του εχθρού και το βαρύ πυροβολικό του το εσίγησε.

Σε ασπάζομαι,

Χαράλαμπος»

Διαπίστωση, από τις λίγες αυτές γραμμές, είναι η ακλόνητη εμμονή του στην αρχική του απόφαση. (Το απόσπασμα της επιστολής είναι ευγενική προσφορά του γιού του στρατηγού, υποστράτηγου ε.α. Γεωργίου Κατσιμήτρου).

Πρέπει να επισημανθεί η συμβολή, σε αυτό το απίστευτο κατόρθωμα, μιας χούφτας Ελλήνων, του διοικητή της I Μεραρχίας τότε Υποστράτηγου Βασίλειου Βραχνού. Στις 30 Οκτωβρίου, στις κρίσιμες ώρες της μάχης της Πίνδου, πήγε ο ίδιος με μέρος του επιτελείου του στο Επταχώριο και ανέλαβε τη διοίκηση όλων των μονάδων στον τομέα εκείνο.

Ο διοικητής των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία, στρατηγός Βισκόντι Πράσκα, είχε διαβεβαιώσει τον Μουσολίνι στις 15 Οκτωβρίου 1940, ημέρα απόφασης της ιταλικής κυβέρνησης για την επίθεση κατά της Ελλάδας, ότι η ιταλική επίθεση θα δώσει την εντύπωση μιας συντριπτικής θυέλλης.

Δύο μεραρχίες, η Μεραρχία «Κενταύρων» και η Μεραρχία «Φεράρα», με την υποστήριξη της αεροπορίας και τον καταιγισμό πυρών πυροβολικού, που αργότερα ενισχύθηκαν από τρεις ακόμη επίλεκτες μονάδες, επί 12 ημέρες δεν θα μπορέσουν να διαρρήξουν την τοποθεσία Ελαίας. Θα δουν τα άρματά τους κατεστραμένα και γκρεμισμένα σε παγίδες της αντιαρματικής οργάνωσης που φωτογραφίζει το ελληνικό δαιμόνιο. Παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη στρατιωτική ιστορία το φαινόμενο, μόνο το πυροβολικό να τρέπει σε φυγή μονάδες αρμάτων και πεζικού σε βάθος 20 χιλιομέτρων. Κάποια διείσδυση των Ιταλών στον τομέα της Θεσπρωτίας θ’ ανακοπεί στον ποταμό Αχέροντα. Η 13η Νοεμβρίου βρίσκει τις ελληνικές δυνάμεις στην Ήπειρο και στην Πίνδο να έχουν καταλάβει το μεγαλύτερο τμήμα του εθνικού μας εδάφους. Στην ΒΔ Μακεδονία να βρίσκονται μέσα στο αλβανικό έδαφος (Βορείου Ηπείρου), έτοιμες να καταλάβουν τον ορεινό όγκο της Μόροβας και τον κόμβο των συγκοινωνιών της Κορυτσάς.

Το ηθικό των ελληνικών δυνάμεων έχει ανέβει κατακόρυφα. Αντίθετα, το προσωπικό των ιταλικών μονάδων βρίσκεται ψυχικά σε απελπιστική κατάσταση. Ο δε αλαζόνας Στρατηγός Πράσκα αντικαταστάθηκε ως ανίκανος από τον Στρατηγό Σοντού, που και εκείνος αργότερα αντικαταστάθηκε με το ίδιο αιτιολογικό.

Στην ίδια περίοδο επιστρατεύθηκαν, για το θέατρο επιχειρήσεων της Αλβανίας, 11 μεραρχίες και 2 ταξιαρχίες πεζικού, 1 μεραρχία και 1 ταξιαρχία ιππικού. Συνολική δύναμη μαζί με τις μη μεραρχιακές μονάδες 232.000 άνδρες, 556 πυροβόλα και 100.000 κτήνη περίπου. Το σύνολο των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία, με την άφιξη νέων ενισχύσεων, ήταν 2 στρατιές, 240.000 – 250.000 άνδρες περίπου.

Από αυτή τη στιγμή το άστρο της νίκης φωτίζει τα ελληνικά όπλα και ο απόηχος του έπους συγκλονίζει τον τότε φοβισμένο κόσμο μας.


ΠΗΓΗ: "Ιστορία Εικονογραφημένη", Τεύχος: 352, Οκτώβριος 1997

Copyright by: Dilaz®

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

ΟΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ (ΕΛΛΑΔΑΣ - ΙΤΑΛΙΑΣ) ΣΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940

Φώτο:
ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ

ΟΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ

Λίγο πριν από την εισβολή, η διάταξη των δυνάμεων είχε ως εξής:

ΙΤΑΛΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ:

Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση: Διοικητής: Στρατηγός Βισκόντι Πράσκα.

Θέατρο επιχειρήσεων Ηπείρου.

Το XXV Σώμα Στρατού. Διοικητής: Στρατηγός Κάρλο Ρόσσι.

Τέσσερις μεραρχίες (η 23η «Φερράρα», η 51η «Σιένα», η 131η Τ/Θ «Κενταύρων» και μία μεραρχία ιππικού).

Συνολική δύναμη 42.000 άνδρες περίπου.

Το XXVI Σώμα Στρατού. Διοικητής: Στρατηγός Γκαμπριέλε Νάσσι.

Τέσσερις μεραρχίες (η 49η «Πάρμα», η 29η «Πιεμόντε», η 19η «Βενέτσια» και η 53η
«Αρέτζο»).

Συνολική δύναμη 44.000 άνδρες περίπου.

Μεταξύ των δύο σωμάτων στρατού στον Τομέα της Πίνδου.

Μεραρχία Αλπινιστών «Τζούλια».

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ:
59 τάγματα πεζικού, 135 πυροβολαρχίες (23 βαρέες), 150 άρματα μάχης, 18 ίλες ιππικού, 6 τάγματα όλμων και 1 τάγμα πολυβόλων.


ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ:

Θέατρο επιχειρήσεων Ηπείρου.

VIII Μεραρχία Πεζικού. Διοικητής: Υποστράτηγος Κατσιμήτρος Χαράλαμπος και το στρατηγείο της III Ταξιαρχίας Πεζικού με διοικητή τον συνταγματάρχη πεζικού Γιατζή Δημήτριο.

Συνολικά περιελάμβανε: 4 διοικήσεις συνταγμάτων πεζικού, 15 τάγματα πεζικού, 16 πυροβολαρχίες, 5 ουλαμούς πυροβολικού συνοδείας, 2 τάγματα πυροβόλων κινήσεως, 1 πυροβολαρχία βαρέων πυροβόλων, 1 μεραρχιακή μονάδα αναγνωρίσεως. Το 39ο Σύνταγμα Ευζώνων της III Μεραρχίας (κινούμενο από την Αιτωλοακαρνανία προς Ήπειρο).

Στις 12 Οκτωβρίου 1940: Τέθηκε στη διάθεση της μεραρχίας ο υποστράτηγος Λιούμπας Ν. στον οποίο ανατέθηκε η διοίκηση του τομέα της Θεσπρωτίας. Έφτασε 1 αντιαεροπορική πυροβολαρχία (3 πυροβόλα), η οποία διατέθηκε για την προστασία των Ιωαννίνων.

Συμπληρώθηκαν οι διοικήσεις της Μεραρχίας ως ακολούθως:

Αρχηγός Πεζικού Μεραρχίας: Συνταγματάρχης Ντρες Γεώργιος.
Διοικητής του 4ου Συντάγματος Πεζικού: Συνταγματάρχης Παπαδόπουλος Κ.
Διοικητής του 40ου Συντάγματος Ευζώνων: Συνταγματάρχης Τσακαλώτος Θρ.

Στις 27 Οκτωβρίου 1940 η VIII Μεραρχία έχει συμπληρώσει την επιστράτευσή της.

Θέατρο επιχειρήσεων Δυτικής Μακεδονίας.

Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ). Διοικητής: Αντιστράτηγος Πιτσίκας Ιωάννης (έδρα Κοζάνη)..

Το Β’ Σώμα Στρατού. Διοικητής: Αντιστράτηγος Παπαδόπουλος Δημήτριος με τις:

Ι Μεραρχία. Διοικητής: Υποστράτηγος Βράχνος Δημήτριος
Μεραρχία. Διοικητής: Υποστράτηγος Ζυγούρης Χρήστος.
V
Ταξιαρχία Πεζικού. Διοικητής: Συνταγματάρχης Πεζικού Καλής Αναστάσιος, IX Συνοριακό Τομέα.

Το Γ’ Σώμα Στρατού. Διοικητής: Αντιστράτηγος Τσολάκογλου Γεώργιος (έδρα Θεσσαλονίκη), με τις:

Χ Μεραρχία. Διοικητής: Υποστράτηγος Κίτσος Χρήστος
ΧΙ Μεραρχία. Διοικητής: Συνταγματάρχης Πυροβολικού Κώσταλος Γεώργιος.
Ταξιαρχία Πεζικού, διοικητής: Υποστράτηγος Μεταξάς Αγαμέμνονας και τους
IX, X, XI Συνοριακούς Τομείς.

Το Απόσπασμα Πίνδου. Διοικητής: O έφεδρος εκ’ μονίμων, Συνταγματάρχης Δαβάκης Κωνσταντίνος (Επταχώρι). Τομέας ευθύνης: Μεταξύ του δεξιού της VIII Μεραρχίας και του αριστερού της IX Μεραρχίας (Aνάπτυγμα ΖΕ χιλιόμετρα περίπου). Περιελάμβανε:

Το 51ο Σύνταγμα Πεζικού (μείον), 1 ορειβατική πυροβολαρχία 75 χιλιοστών, 1 ουλαμό πυροβολικού συνοδείας των 65 χιλιοστών και 1 ουλαμό ιππικού. Είχε σοβαρές ελλείψεις σε οπλισμό, ιματισμό, υπόδηση και εφεδρικά πυρομαχικά. Από 8 διοικητές λόχων δύο (2) ήταν Ανθυπολοχαγοί και δύο (2) έφεδροι λοχαγοί. Από τους 32 διοιμοιρίτες τρεις (3) μόνο ήταν μόνιμοι.

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛO:
39 τάγματα πεζικού, 40 πυροβολαρχίες διαφόρων διαμετρημάτων. Δύναμη περίπου 35.000 άνδρες.


ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΔΥΝΑΜΕΩΝ

Στην Ήπειρο:

Έναντι των 22 ταγμάτων πεζικού, 3 συνταγμάτων ιππικού, 61 πυροβολαρχιών (18 βαρέες) και 90 αρμάτων μάχης του XXV Ιταλικού Σώματος Στρατού, υπήρχαν 15 τάγματα πεζικού, 1 ομάδα αναγνωρίσεως και πυροβολαρχίες (2 μόνο βαρέες), της VIII Μεραρχίας.

Στην Πίνδο:

Έναντι 5 ταγμάτων πεζικού, 1 ίλης ιππικού της Ιταλικής Μεραρχίας Αλπινιστών, υπήρχαν 2 τάγματα πεζικού, 1 ίλη ιππικού και 1 ½ πυροβολαρχία του αποσπάσματος Πίνδου.

Στην Δυτική Μακεδονία:

Έναντι 17 ταγμάτων πεζικού, 1 ίλης ιππικού πυροβολαρχιών (5 βαρέες) και 10 αρμάτων μάχης του XXVI Ιταλικού Σώματος Στρατού, υπήρχαν 22 τάγματα πεζικού, 2 ομάδες αναγνωρίσεως και πυροβολαρχίες (7 βαρέες) του ΤΣΔΜ.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
Στην Ήπειρο ήταν συντριπτική η υπεροχή των Ιταλών σε πυροβολικό και άρματα. Στην περιοχή Δυτικής Μακεδονίας οι μονάδες ήταν ισοδύναμες με μικρή υπεροχή των ελληνικών. Στην περιοχή της Πίνδου οι Ιταλοί υπερτερούσαν, σε αναλογίες 1:2 περίπου στο πεζικό και 1:4 στο πυροβολικό.

Να επισημάνουμε και τα ακόλουθα:

Η ασφάλεια των ακτών μας ήταν επισφαλής, γιατί η ιταλική υπεροχή του ναυτικού ήταν συντριπτική. Στηριζόμαστε μόνο στις ναυτικές δυνάμεις της Μεγάλης Βρετανίας και στις δεσμεύσεις της Ιταλίας με τη Λιβύη.

Στην αεροπορία, η Ιταλία είχε την κυριαρχία αέρος σ’ ολόκληρο τον ελληνικό και αλβανικό χώρο. Έναντι 400 αεροσκαφών της ιταλικής αεροπορίας διαθέταμε 143 αεροσκάφη παλαιού τύπου και μικρής αποδόσεως. Τα 65 διαφόρων αποστολών (βομβαρδιστικά κ.λπ.) ήταν σε καλή κατάσταση.

(Επίτομη Ιστορία του Ελληνογερμανικού Πολέμου 1940-1941 της Διεύθυνσης Ιστορίας του Γενικού Επιτελείου Στρατού).

Να παραθέσουμε ακόμη ότι:
Η αμυντική οργάνωση του ελληνικού εδάφους, κυρίως στην Ήπειρο, με τις έντονες προσπάθειες της VIII Μεραρχίας, το δύσβατο του εδάφους με τα περιορισμένα δρομολόγια και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες ήταν αρνητικοί παράγοντες για τις επιθετικές επιχειρήσεις των Ιταλών. Το στρατηγικό συμπέρασμα ήταν ότι η έκβαση των επιχειρήσεων κυρίως στην Ήπειρο (τοποθεσία Ελαίας – Καλαμά) ήταν υπόθεση τόλμης και αντοχής του προσωπικού της VIII Μεραρχίας, τις 5-10 πρώτες ημέρες, γιατί, με τον ερχομό των ενισχύσεων και την πτώση του ηθικού των Ιταλών (επακόλουθο της αποτυχίας), η πλάστιγγα της νίκης θα έγερνε υπέρ των ελληνικών δυνάμεων. Αυτό πέτυχε η VIII Μεραρχία με διοικητή τον γενναίο Υποστράτηγο Χ. Κατσιμήτρο. Το πώς φτάσαμε σ’ αυτή την κοσμοϊστορική επιτυχία θα το δούμε στη συνέχεια.

ΠΗΓΗ: Περιοδικό "Ιστορία Εικονογραφημένη", Τεύχος 352, Οκτώβριος 1997

Copyright by: Dilaz®

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940 ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ Χ. ΚΑΤΣΙΜΗΤΡΟΣ

Φώτο: "ΠΡΟΕΛΑΣΙΣ"
Πίνακας του Αλεξανδράκη Αλέξανδρου

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940 ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ Χ. ΚΑΤΣΙΜΗΤΡΟΣ

Από τους πρώτους μήνες του 1939 τα σύννεφα του πολέμου αρχίζουν να εμφανίζονται στον ευρωπαϊκό ουρανό.

Το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου του 1939 η Ιταλία με τη σύμφωνη γνώμη της Γερμανίας, καταλαμβάνει, με σαθρές αιτιολογίες, την Αλβανία, για να αποκαλύψει έτσι τα επεκτατικά σχέδιά της στον χώρο της Χερσονήσου του Αίμου και στη Μεσόγειο.

Η κατάληψη της Αλβανίας και η προώθηση ισχυρών ιταλικών δυνάμεων προς την Ελληνοαλβανική μεθόριο ήταν φυσικό να ανησυχήσουν την ελληνική κυβέρνηση, η οποία σπεύδει να ενισχύσει με μικρές μονάδες τους τομείς ευθύνης της VIII Μεραρχίας (Ήπειρος) και της IX Μεραρχίας (Δ. Μακεδονίας).

Να τονίσουμε εδώ ότι από το 1936 έχει γίνει μια μεγάλη προσπάθεια ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων σε ελαφρύ και βαρύ οπλισμό.

Ο Μουσολίνι, με προσωπικές επιστολές προς τον Ιωάννη Μεταξά, προσπαθούσε να τον πείσει για τις φιλικές σχέσεις των δύο λαών και ότι η Ιταλία θα σεβόταν την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας.

Ο Διοικητής της VIII Μεραρχίας υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, ο οποίος γνωρίζει όλες τις κινήσεις των Ιταλών στο αλβανικό έδαφος, περνάει στιγμές αγωνίας γιατί η δύναμη της μεραρχίας είναι ασήμαντη και δεν έχει γίνει καμιά απολύτως αμυντική οργάνωση του εδάφους. Το Γενικό Επιτελείο Στρατού δεν το έχει απασχολήσει ως το 1939 το ενδεχόμενο ιταλικής επίθεσης από την ξηρά. Γι’ αυτό δεν υπήρχε σχέδιο επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση αυτής της απειλής. Όμως από το 1914, περίοδο του αγώνα των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου για την αυτονομία τους, η Ιταλία έχει αποκαλύψει τα σχέδιά της για την κυριαρχία της στην Αδριατική και στη χερσόνησο του Αίμου.

Οι αγωνίες του Κατσιμήτρου κορυφώνονται όταν την Κυριακή του Πάσχα (09 Απριλίου 1939) έλαβε τηλεφωνικά (χωρίς έγγραφη επιβεβαίωση) από το Γ.Ε.Σ. μια διαταγή «γρίφο» η οποία, μεταξύ των άλλων, περιείχε τούτες τις διφορούμενες εντολές:

«Η Κυβέρνηση εν όψει ενδεχομένης εισβολής του ιταλικού στρατού εις ημετέρον έδαφος, εξουσιοδοτεί τον διοικητή της μεραρχίας να επιστρατεύση ταύτην και δίδει αυτώ εντολήν ν’ αποκρούση δια των όπλων πάσαν απόπειραν εισβολής.»

Στην διαταγή τονίζεται ιδιαίτερα ότι: «Η επιστράτευσις της μεραρχίας θα ενεργηθή μόνο εν περιπτώσει επιθέσεως σοβαρών ιταλικών δυνάμεων κατά της μεθορίου…».
Δηλαδή χρονικά αδύνατο, γιατί επιστράτευση στο θέατρο των επιχειρήσεων είναι ανέφικτη, εφόσον διεξάγονται επιχειρήσεις, ή τουλάχιστον είναι άκαιρη. Ακόμη, στην Ήπειρο δεν υπήρχε οργανωμένη τοποθεσία για την κάλυψη της επιστράτευσης με αμυντικό αγώνα.

Ο Χ. Κατσιμήτρος στο βιβλίο του «Η Ήπειρος προμαχούσα» (σελίδες 18-19) γράφει:

«Είναι ευνόητον πάσας και ποίας βαρύτατας ευθύνας δημιουργεί η εντολή αυτή εις τον διοικητήν της Μεραρχίας, όστις όμως δεν είχε τα μέσα ίνα εκπληρώση την αποστολήν του». Και συνεχίζει: «Καθ’ όλην την μακράν αυτού στρατιωτικήν ζωήν και τους τεσσάρας πολέμους εις ους μετέσχεν από του 1912 και εντεύθεν, τους αγώνας και τας μάχας εις ας έλαβε μέρος, ουδέποτε ευρέθη υπό δυσμενεστέρας και δυσχερεστέρας περιστάσεις εν τη εκτελέσει των καθηκόντων του».

Ο Χ. Κατσιμήτρος επισκέπτεται συχνά τις μονάδες της μεραρχίας από την Κακαβιά ως την Πρέβεζα, και με ομιλίες του προς τα στελέχη και τους οπλίτες τονώνει ιδιαίτερα το ηθικό. Δίνει επιτόπου εντολές, κυρίως στα τμήματα προκαλύψεως. Μεταβάλλει τη Μεραρχία σε εργοτάξιο αμυντικής οργάνωσης του εδάφους στον βόρειο μα και στον παραλιακό τομέα, αφού η απειλή είναι σχεδόν σφαιρική. Έχει επιλέξει ως κύρια αμυντική προσπάθεια την τοποθεσία Ελαίας. Διαμαρτύρεται εντονότατα προς το Γενικό Επιτελείο Στρατού για την μη διάθεση επαρκών πιστώσεων για την αμυντική οργάνωση του εδάφους. Το αμυντικό δόγμα του Γενικού Επιτελείου Στρατού και της κυβέρνησης έχει μείνει στις αρχές άμυνας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, δηλαδή στη στατική άμυνα βασισμένη στην οχύρωση του εδάφους και όχι στην οργάνωση ευέλικτων και ταχυκίνητων μονάδων. Από τις 4 Μαΐου 1939 συντάχθηκε το σχέδιο ΙΒ (Ιταλία – Βουλγαρία) που ιεραρχούσε τις απειλές αντίστροφα: «Βουλγαρία – Ιταλία». Για την αμυντική οργάνωση του εδάφους από τον Απρίλιο του 1939 ως τον Οκτώβριο του 1940 επί της συνολικής δαπάνης 851 εκατομμυρίων δραχμών, διετέθησαν 769 εκατομμύρια δραχμές (δηλαδή ποσοστό 90,4%) για τα οχυρωματικά έργα στον βουλγαρικό τομέα και 82 εκατομμύρια δραχμές (δηλαδή ποσοστό 9,6%) στον αλβανικό, αν και ήταν πλέον ορατή η ιταλική απειλή.

Η αμυντική οργάνωση του εδάφους στην Ήπειρο, για τον στρατηγό Κατσιμήτρο, ήταν μία από τις βασικές προϋποθέσεις επιτυχίας του σχεδίου του, μπροστά στη συντριπτική υπεροχή των ιταλικών δυνάμεων. Τον συγκινεί ιδιαίτερα η εθελοντική προσφορά εργασίας των κατοίκων.

Οι απροκάλυπτες πλέον υποσχέσεις προς τους Αλβανούς των Μουσολίνι, Τσιάνο και στρατηγό Μπαντόλια, για επέκταση των ορίων της Αλβανίας προς «Τσαμουριά», η προώθηση σοβαρών ιταλικών δυνάμεων με επιθετική διάταξη, υποχρεώνουν το Γενικό Επιτελείο Στρατού στα τέλη του μηνός Αυγούστου 1939 να διατάξει την μερική αρχικά και καθολική αργότερα (5 Οκτωβρίου 1940), επιστράτευση της VIII Μεραρχίας. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι Ιταλοί «Τσαμουριά» έλεγαν την Θεσπρωτία, γιατί εκεί υπήρχε η μειονότητα των Τουρκαλβανών «Τσάμηδων», οι οποίοι κατά την διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου διέπραξαν βιαιότητες κατά του Ελληνικού πληθυσμού της περιοχής.

Το 1940 βρίσκει τη Μεραρχία σε πλήρη οργασμό, που καλύπτει όλους τους τομείς (οργάνωση, εκπαίδευση, αμυντική οργάνωση του εδάφους, διασπορά αποθηκών) από τη μία άκρη ως την άλλη, της πολύ μεγάλης ζώνης ευθύνης της.

ΠΗΓΗ: Περιοδικό "Ιστορία Εικονογραφημένη", Τεύχος 352, Οκτώβριος 1997.

Copyright by: Dilaz®

H VIII ΜΕΡΑΡΧΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ - ΠΡΟΜΑΧΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Φώτο: "ΑΕΡΑ"
Πίνακας του Αλεξανδράκη Αλέξανδρου

Η VIII ΜΕΡΑΡΧΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ
ΠΡΟΜΑΧΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ


Ο εκκωφαντικός θόρυβος του τηλεφώνου σπάζει τη σιωπή της μοιραίας νύχτας.

28η Οκτωβρίου 1940, ώρα 03:45 πριν το χάραμα.

Ο Διοικητής της 8ης Μεραρχίας Ηπείρου υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος μόλις πληροφορείται από το Γενικό Επιτελείο για τις ιταμές αξιώσεις της Ιταλίας, σθεναρά απαντά:

«Δύναμαι να βεβαιώσω υπευθύνως τον κ. αρχηγόν του Γενικού Επιτελείου, και τονίζω τούτο ιδιαιτέρως, ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί από το Καλπάκι…».

Από το άλλο ακουστικό ακούγεται η καρδιόβγαλτη ευχή.


«Στρατηγέ μου, καλήν επιτυχίαν!».

Κι ο αντρειωμένος διοικητής που κουβαλά πάνω του ολόκληρη ιστορία, αφού πήρε μέρος σε βαλκανικούς πολέμους σε μακεδονικά μέτωπα, σε μικρασιατικές εκστρατείες, σπεύδει αμέσως να συντάξει την πρώτη του πολεμική διαταγή:

«Αξιωματικοί και οπλίται της VIII Μεραρχίας,

Ο Πρέσβυς της Ιταλίας εν Αθήναις εζήτησεν από την κυβέρνησιν ημών να εισέλθη Ιταλικός στρατός εις το έδαφός μας.

Η κυβέρνησις απέρριψε την αίτησιν ταύτην, και διέταξεν αντίστασιν και απόκρουσιν της εισβολής.

Ήδη διανοίγεται το στάδιον της εκτελέσεως του υπέρτατου προς την πατρίδα καθήκοντος δια αντιστάσεως μέχρις εσχάτων, συμφώνως προς το σχέδιον ενεργείας.

Αμυνθήτε του ιερού πάτριου εδάφους μετά φανατισμού εναντίον του επιδρομέως, όστις ήλθε να προσβάλη τούτω αναιτίως.

Αναμνησθήτε των ενδόξων παραδόσεων του Έθνους μας και πολεμήσατε μετάλύσσης κατά του εχθρού…».

Με άκρατο ενθουσιασμό χαιρετίστηκε η διαταγή. Κι ο αδυσώπητος αγώνας αρχίζει. Ισχυρά εχθρικά τμήματα πεζικού χτυπούν αιφνιδιαστικά από τις 05:30 το πρωί ολόκληρο το μέτωπο της Μεραρχίας.

«Με όλα τους τα πυροβολικά οι Ιταλοί έριχναν σε πλάτος και σε βάθος. Κοκκίνιζε ο ορίζοντας με την τρεμουλιαστή, πένθιμη αντιφεγγιά του χαλασμού, το έδαφος έτρεμε. Κι ο Έλληνας φαντάρος στεκόταν απορημένος, με το τουφέκι ακόμα κρύο στη χούφτα του, κοίταζε κι αναρωτιόταν ποιο τάχα πάθος να είχε ξυπνήσει μονομιάς εκεί αντίκρυ, και γιατί. Ό,τι και να του είχαν πει, ό,τι και να περίμενε, ήταν λίγο για να εξηγήσει τούτο το βάναυσο ξέσπασμα μέσα στο βαθύ τον όρθρο»,
υπογραμμίζει στο έργο του «Ελληνική Εποποιία 1940 - 1941» ο αυτόπτης μάρτυρας του πολέμου, ο Άγγελος Τερζάκης.

Η μάχη είχε ανάψει. Πυροβολισμοί, ανατινάξεις, βόμβες σείουν την ηπειρωτική γη. Ο Ιταλός δεν πιστεύει στα μάτια του. Ήταν σίγουρος πως δεν θα συναντούσε αντίσταση. Λογάριαζε πως ο Έλληνας θα παρέλυε σαν αντίκρυζε τις πυκνές Ιταλικές φάλαγγες, τους μοτοσυκλετιστές, τα θωρακισμένα αυτοκίνητα. Ένας Ιταλός αξιωματικός το πρωί της 28ης Οκτωβρίου υπερφίαλα διακήρυττε στο Πεπέλι, κοντά στην Κακαβιά: «Αύριο βράδυ θα πάρω τον καφέ στα Γιάννενα». Μα και το Γενικό Επιτελείο, βλέποντας την αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου, τονίσει στην VIII Μεραρχία πως δεν αναμένει απ’ αυτήν νίκες, αλλά να σώσει την τιμή των ελληνικών όπλων.

Περνούν οι δύο πρώτες σκληρές μέρες του πολέμου κι ο δρόμος παραμένει κλειστός για τον εισβολέα. Άγρυπνος στις επάλξεις ο διοικητής Κατσιμήτρος έχει διατάξει σε όλες τις μονάδες ν’ αμύνονται με πείσμα κι επιμονή ακατάβλητη. Η πιο κρίσιμη πράξη της ιστορίας παίζεται σε μια θέση «κλειδί»: Ελαία (Καλπάκι) – Καλαμάς ποταμός. Αν την πατήσει ο εχθρός τραβάει ίσα κατά τα Γιάννενα. Με λύσσα διεξάγονται αλλεπάλληλες μάχες. Ο Ιταλός με τα’ άρματα μάχης, τον μεγάλο όγκο πυροβολικού, τα’ αεροπλάνα του κάνει επίδειξη δυνάμεως.

Μα όσο κυλούν οι μέρες καθηλώνεται, αποσύρεται από τις θέσεις της άμυνάς του. Διαπιστώνει πως δεν νικάει ο τεράστιος αριθμός, ο άψυχος όγκος του σιδήρου αλλά η ανδρεία, η χαλύβδινη θέληση, η κραυγή του δικαίου. Τούτη την αλήθεια διατρανώνει το ακόλουθο ιταλικό ραδιογράφημα, όπως το έπιασαν οι ασύρματοι της VIII Μεραρχίας:

«Οι Έλληνες, οίτινες είναι γνωστοί δια το πείσμα και την επιμονήν των, ωργάνωσαν από του καιρού της ειρήνης το φύσει τραχύ και ανώμαλον έδαφος της Ηπείρου μετά τοιαύτης μεθοδικότητας και επιμελείας, ώστε κάθε βράχος αποτελεί μίαν φωλεάν πυροβόλων και κάθε σπήλαιον μίαν θέσιν αμύνης…»


Αναστέλλουν πλέον οι στρατιώτες του Μουσολίνι τις επιθετικές τους ενέργειες και παίρνουν διαταγή αμυντική. Μέσα σε λίγες μέρες κονιορτοποιείται το σχέδιο επιχειρήσεων, που είχε καταστρώσει ο στρατηγός Πράσκα, ο ανώτερος διοικητής των Ιταλικών δυνάμεων: επίθεση αιφνιδιαστική στην Ήπειρο με κατεύθυνση Καλπάκι – Ιωάννινα – Πρέβεζα. Ο ίδιος χαρακτηρίζει άγρια την αντίσταση των Ελλήνων στα ηπειρωτικά βουνά. Πανηγυρίζει το Γενικό Επιτελείο μας για τις πρώτες λαμπρές νίκες της VIII Μεραρχίας. Δεν τίμησε απλώς τα όπλα, αλλά από την άμυνα περνά στην επίθεση.

Ο κύριος συντελεστής της επιτυχίας στο Καλπάκι που ανύσταχτος συντόνιζε
ενέργειες και κινήσεις, παρακολουθούσε την τιτανομαχία και κακοπαθούσε μαζί με τους προμάχους της ελευθερίας, ο υποστράτηγος Κατσιμήτρος, με σκιρτήματα χαράς εκδίσει στις 18 Νοεμβρίου την «Ημερήσια Διαταγή» του:

«… Ήδη ολόκληρος η Μεραρχία αναλαμβάνει από σήμερον γενικήν αντεπίθεσιν εφ’ ολοκλήρου του Μετώπου της και δι’ όλων σχεδόν των δυνάμεών της. Ιδού η ημέρα την οποίαν επεριμέναμεν, δια να δώσωμεν το καίριον πλήγμα κατά του εχθρού και να τον εκδιώξωμεν, του πατρίου εδάφους μας. Ιδού στάδιον δόξης και θριάμβου εθνικού!»

Πραγματικά, στο απόγειο της δόξας της η VIII Μεραρχία ύστερα από σφοδρές νικηφόρες μάχες κατά των επιδρομέων πατά το βορειοηπειρωτικό έδαφος, απελευθερώνει Ελληνικές πόλεις και φτάνει μέχρι τη γραμμή Τεπελενίου – Χειμάρρας. Πατριωτικές εξάρσεις, τιμές, χαρές, επευφημίες γεύονται οι λεβέντες φαντάροι μας.

Χρυσές, ένδοξες οι σελίδες της εποποιΐας του 1940. Δύο τοίχοι απόρθητα, δύο κάστρα απρόσβλητα, κυματοθραύστες του ιταλικού σμήνους, η Πίνδος και η Ήπειρος. Το απόσπασμα Πίνδου με διοικητή τον συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη και η VIII Μεραρχία Ηπείρου με διοικητή τον υποστράτηγο Χαράλαμπο Κατσιμήτρο όρθωσαν το ανάστημά τους, ανέμισαν το σπαθί τους και με την πεισματική τους αντίσταση, τις αξιοσημείωτες επιτυχίες τους βροντοφώναξαν στους εισβολείς πως δεν θα περάσουν, δεν θα πατήσουν την ξένη γη, τα πάτρια χώματα που δεν τους ανήκουν, δεν τους γνωρίζουν.


ΠΗΓΗ: Περιοδικό "Ιστορια εικονογραφημένη", Τεύχος 352, Οκτωβρίου 1997

Copyright by: Dilaz®

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2007

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΤΣΙΜΗΤΡΟΣ

Φώτο: Ο Δ/κτης της VIII Μεραρχίας

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΤΣΙΜΗΤΡΟΣ
(Δ/κτης της VIII Μεραρχίας )

Γεννήθηκε το 1886 στο Κλειστρό Ευρυτανίας. Έλαβε μέρος στο Βαλκανικό πόλεμο του 1913, στο Μακεδονικό Μέτωπο του 1917 / 1918 και την Μικρασιατική Εκστρατεία του 1919 / 1922, όπου και τραυματίστηκε. Κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου υπηρέτησε σε διάφορες επιτελικές θέσεις του Υπουργείου Στρατιωτικών και φοίτησε στην Ανώτερη Σχολή Πολέμου.

Το 1937 έγινε Υποστράτηγος και διετέλεσε Διοικητής της VIII Μεραρχίας Ηπείρου, που απέκρουσε με ηρωισμό την Ιταλική επίθεση κατά τον Ελληνοιταλικό πόλεμο του 1940 στην Αλβανία. Ανέλαβε επιθετική διάταξη και με αλλεπάλληλες νικηφόρες μάχες κατά των επιδρομέων εισήλθε στο Βορειοηπειρωτικό έδαφος, απελευθέρωσε Ελληνικές πόλεις και έφτασε μέχρι την γραμμή Τεπελενίου και Χειμάρας. Μετά τη Γερμανική εισβολή, υποχώρησε και αποστρατεύτηκε στα Ιωάννινα. Το 1946 προήχθη σε Αντιστράτηγο.

Έγραψε το έργο: "Η Ήπειρος προμαχούσα". Πέθανε στην Αθήνα το Φεβρουάριο του 1962 και ετάφη στο Α' Νεκροταφείο.

Λίγο καιρό πριν ξεκινήσει η ιταλική εισβολή, το Γενικό Επιτελείο Στρατού έστειλε διαταγές στην Ογδόη Μεραρχία της Ηπείρου λέγοντας ότι κάθε μάχη είναι μόνον για την τιμή των όπλων, αλλά, επί της ουσίας, είναι εκ προοιμίου χαμένη και δεν έχει λόγο να δοθεί. Το Γ.Ε.Σ. καλούσε μάλιστα την ογδόη Μεραρχία να υποχωρήσει σε δεύτερη γραμμή άμυνας και να πολεμήσει, αν ήθελε να πολεμήσει, τους Ιταλούς πολύ πιο πίσω από την αμυντική γραμμή Ελαίας Καλαμά, εκεί που γράφτηκαν τελικά οι πρώτες, οι πιο μεγάλες σελίδες του Έπους του ’40.

Τότε, ένας άνθρωπος, ένας σύγχρονος Λεωνίδας, πέταξε αυτές τις διαταγές στα σκουπίδια. Όπως ακριβώς και ο Σπαρτιάτης βασιλιάς είχε παρακάμψει κάποτε τους νόμους της Σπάρτης. Όταν ο Υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος που, σήμερα, κανείς δεν τον θυμάται, κανείς δεν τον γνωρίζει. Όταν ο άνθρωπος που αψήφησε τις διαταγές της Αθήνας, που οργάνωσε την άμυνα στην πρώτη γραμμή και εξέδωσε τη δική του διαταγή προς τους άνδρες της Ογδόης Μεραρχίας:

Ουδεμία σκέψη δια αποχώρησιν, η τελευταία γραμμή αμύνης είναι εδώ, μέχρις εσχάτων.

Ο Κατσιμήτρος μόνος, χωρίς καμιά βοήθεια από το ΓΕΣ και χωρίς κανείς στην Αθήνα να πιστεύει ούτε στιγμή στον αγώνα του, στάθηκε στην πρώτη γραμμή, πολέμησε και νίκησε! Όχι μόνον κράτησε τα σύνορα, αλλά μέσα σε λίγες εβδομάδες άρχισε να προελαύνει επιθετικά εναντίον των εισβολέων μέσα στην Αλβανία. Ο Κατσιμήτρος και οι άνδρες του όχι μόνο φυλάξαν τις σύγχρονες Θερμοπύλες, αλλά έτρεψαν τον εισβολέα σε υποχώρηση.

Κι όμως, αυτός ο άνθρωπος, ο σύγχρονος Λεωνίδας, χάθηκε στη λήθη – η μνήμη του δεν βόλευε κανέναν. Πέθανε μόνος και ξεχασμένος από όλους στα 1962. Να το πούμε λοιπόν επίμονα, ξανά και ξανά: Ότι αν είχε ζήσει να τα δει αυτά ο Κωνσταντίνος Καβάφης θα έγραφε για τον Κατσιμήτρο και τους άνδρες της Ογδόης Μεραρχίας ό,τι ακριβώς έγραψε για τον Λεωνίδα και τους 300: "πως περισσότερη τιμή τους όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν) πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος κι οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε."

~ * ~ * ~ * ~

Στης 28 Οκτωβρίου κυκλοφόρησε στις μονάδες της VIII Μεραρχίας η παρακάτω Ημερησία διαταγή του διοικητή της:

Αξιωματικοί και οπλίται της Ογδόης Μεραρχίας,

Ο Πρέσβης της Ιταλίας εν Αθήναις εζήτησεν από την Κυβέρνησιν ημών να διέλθη ο Ιταλικός Στρατός δια του εδάφους μας.
Η Κυβέρνησις απέρριψε την αίτησιν ταύτην και διέταξε αντίστασιν μέχρις εσχάτων. Ήδη διανοίγεται το στάδιον της εκτελέσεως του υπέρτατου προς την πατρίδα καθήκοντος δια αντιστάσεως, μέχρι εσχάτων συμφώνως προς το σχέδιον ενεργείας.
Αξιωματικοί και οπλίται της Ογδόης Μεραρχίας αμυνθήτε του Ιερού Πατρίου εδάφους μετά φανατισμού εναντίον του επιδρωμέως όστις θέλει να προσβάλη ημάς ύπουλως και άνανδρως.
Αναμνησθήτε των ενδόξων παραδόσεων του Έθνους μας και πολεμήσατε μετά λύσσης κατά του ανάδρου εχθρού όστις τόσον ατίμως και άναδρως θέλει να προσβάλη τούτο.
Δείξατε εις αυτόν ότι είμεθα εις θέσιν να δώσουμεν την δέουσαν απάντησιν όπως έδωσαν οι Πρόγονοί μας εις τους επιδρομείς Πέρσας. Ο Θεός ας βοηθήσει τον Τίμιον υπέρ Πατρίδος αγώνα μας και ας ευλογήσει τα όπλα μας διότι θα αγωνισθώμεν υπέρ βωμών και εστιών και υπέρ της ελευθερίας μας.
Με την πεποίθησιν ακράδαντον υπέρ της νίκης αναφωνώ μεθ’ ημών.

Ζήτω, το Έθνος!
Ζήτω, η Πατρίς!
Ζήτω, ο Στρατός!

Ώρα 5η Ιωάννινα τη 28 Οκτωβρίου 1940

Χαράλαμπος Κατσιμήτρος
Υποστράτηγος

Η ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ ΤΟ 1940

Φώτο:
Έλληνες στρατιώτες πολεμάνε στα
υψώματα της Πίνδου

Η ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ

Τις τρεις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου, καθώς η μάχη στο Καλπάκι έβαινε προς την κορύφωση της, το Γενικό Στρατηγείο έριξε όλο το βάρος του προς την Πίνδο. Οι ελληνικές δυνάμεις που είχαν μπει σε συναγερμό για τη σωτηρία του μετώπου της Πίνδου περιλάμβαναν την Ι Μεραρχία Πεζικού, της οποίας το επιτελείο είχε ήδη φτάσει στο Επταχώρι, την V Ταξιαρχία Πεζικού που κατευθυνόταν προς τις διαβάσεις του Γράμμου και δύο μονάδες ιππικού. Την Ταξιαρχία Ιππικού που εκινείτο από το Δούτσικο προς τη Σαμαρίνα και ολόκληρη τη Μεραρχία Ιππικού, η οποία με επίκεντρο την περιοχή Μετσόβου θα αντιμετώπιζε τον από βορρά κίνδυνο, δηλαδή το ενδεχόμενο να προωθηθούν οι Ιταλοί από τη Βωβούσα προς το ίδιο το Μέτσοβο. Κι ενώ οι δυνάμεις αυτές μετακινούνταν προς την Πίνδο, τμήματα της ΤΖΟΥΛΙΑ συνέχιζαν τη διείσδυση τους, φτάνοντας στο βαθύτερο και πιο επικίνδυνο σημείο. Στις 2 Νοεμβρίου κατέλαβαν το γραφικό «βλαχοχώρι», τη Σαμαρίνα, ανεστράφησαν προς νότο, πήραν το Δίστρατο και στις 3 Νοεμβρίου προχωρημένες μονάδες έκαναν την εμφάνιση τους στη Βωβούσα. Σε απόσταση 6 ωρών με τα πόδια ή με ζώα από το Μέτσοβο!

Η διοίκηση της μεραρχίας ΤΖΟΥΛΙΑ τελούσε σε ευφορία. Βρισκόντουσαν σε απόσταση αναπνοής από το Μέτσοβο. Λίγη προσπάθεια ακόμα και θα κόβαν τον κορμό της Ελλάδας στη μέση. Αλλά είχαν κάνει ένα σφάλμα τακτικής. Η «αυτοκάλυψη» του αριστερού της βαθύτατης σφήνας προς Σαμαρίνα ήταν επισφαλής. Προς το Επταχώρι οι ελληνικές ενισχύσεις από μικρές, συμβολικές στην αρχή, έφταναν τώρα «εν δυνάμει». Μια ολόκληρη μεραρχία, η Ι του Βραχνού. Οι πρώτες κρούσεις στο πλευρό τους άρχισαν με πυρήνα όσες ακόμα αξιόμαχες δυνάμεις είχε το ηρωικό «Απόσπασμα Πίνδου».

Ο Δαβάκης ήθελε να προλάβει να νιώσει τη χαρά της αντεπιθέσεως πριν επέμβουν οι μεγάλες μονάδες. Συγκλονιστικές μάχες εκ του συστάδην άρχισαν σε υψώματα που σε λίγο θα έμπαιναν στην ιστορία. Ταμπούρι, Τσούκα-Ζούζουλης, Προφήτης Ηλίας, Φούρκας. Εκεί πάνω στον Προφήτη Ηλία, στις 2 Νοεμβρίου ο Δαβάκης τραυματίστηκε βαριά από σφαίρα που διέτρησε τον δεξιό του πνεύμονα. Όταν ξύπνησε από τον λήθαργο την Κυριακή πρωί 3 Νοεμβρίου, θα μάθει με αγαλλίαση τα σπουδαία νέα. Η μεγάλη ελληνική επίθεση είχε πάρει διαστάσεις.

Το πώς έφτασαν οι λίγες στην αρχή και ισχυρές κατόπιν ενισχύσεις στην Πίνδο είναι μια απ’ αυτές τις εποποιίες που μόνο ο Έλληνας φαντάρος μπορεί να γράψει. Η επίσημη αφήγηση σημειώνει: «...Αι μετακινήσεις αύται εγένοντο ως επί το πλείστον δια πορειών πεζή, ελάχιστοι δε τούτων δι’ αυτοκινήτων μέχρι Δούτσικον, ένθα έφθανε καρροποίητος οδός...!» Αλλά η ανεπίσημη αφήγηση μιλάει στην καρδιά. Το τάγμα είχε φτάσει στο Δούτσικο μ’ ένα σαραβαλιασμένο, επίτακτο λεωφορείο. Και από εκεί άρχισε η «ναπολεόντειος πορεία» για το Κεράσοβο. Δεκατέσσερις ώρες πορεία την πρώτη μέρα μέσα στη βροχή, χωρίς ούτε την καθιερωμένη δεκάλεπτη στάση για ανάπαυση. Τα λουριά του όπλου, του γυλιού βάραιναν τους ώμους. Πιο πολύ όμως τ’ άρβυλα, που ήταν στενά για τον ένα, φαρδιά για τον άλλο. «...Είχαν αρχίσει την πορεία με τραγούδια, μα γρήγορα τα σταμάτησαν. Τη δεύτερη μέρα της πορείας όλη η προσοχή των φαντάρων συγκεντρώθηκε στις πληγές των ποδιών. Κάθε βήμα κι ένας πόνος... Ωστόσο έσφιγγαν τα δόντια... Γρήγορα πήγαιναν, αφού ήξεραν πως η σωτηρία της Ελλάδας ήταν ζήτημα λίγων ωρών ...»

Από το πρωί της 3ης Νοεμβρίου, οι αλπινιστές κατάλαβαν, ότι η ευφορία που είχανε νιώσει ήταν πρόσκαιρη. Απ’ όλα τα σημεία του ορίζοντα έβρεχε φωτιά και σίδερο. Οι «ναπολεόντειες» πορείες είχαν τελειώσει. Κι αυτοί οι ατσαλένιοι φαντάροι με τα πληγωμένα πόδια συναγωνίζονταν τώρα ποιος να χτυπήσει πρώτος την παγιδευμένη ΤΖΟΥΛΙΑ. Τα τμήματά της που είχαν προωθηθεί από το Κεράσοβο προς τη Σαμαρίνα αποκόπηκαν. Σαν αγρίμια προσπάθησαν πρώτα ν’ ανοίξουν δίοδο προς τ’ ανατολικά μήπως μπορέσουν να ξεχυθούν προς την κατεύθυνση των Γρεβενών. Δεν τα κατάφεραν. Κι όμως οι Ιταλοί πολέμησαν σαν θηρία. Όταν κατάλαβαν ότι η δίοδος αυτή είχε αποφραχτεί από την Ταξιαρχία Ιππικού, εξαπέλυσαν ένα τάγμα εναντίον της στο ύψωμα Σκούρτιζα. και παραλίγο να το κατελάμβαναν αλλά επενέβη η μικρή ελληνική αεροπορία και βομβάρδισε τους Ιταλούς από χαμηλό ύψος βοηθώντας τους ιππείς! Την ίδια μέρα, στις 3 Νοεμβρίου, η Ταξιαρχία μας Ιππικού μπήκε στη Σαμαρίνα.

Ο σιδερένιος κλοιός είχε αρχίσει να κλείνει. Η Ι Μεραρχία Πεζικού, η Ταξιαρχία Ιππικού και η Μεραρχία Ιππικού είχαν αποκαταστήσει επαφή. Ο θύλακας της ΤΖΟΥΛΙΑ είχε περισφιχθεί από βόρεια, ανατολικά και νότια. Του απέμενε μόνο μια οδός διαφυγής. Προς τα δυτικά. Στις 4 Νοεμβρίου τα ελληνικά τμήματα κατέλαβαν και τη Βωβούσα. Βρήκαν εκεί ένα μοναδικό ελληνικό λόχο που προσπαθούσε επί μέρες να κρατήσει τους Ιταλούς στα γύρω υψώματα. Η κύρια δύναμη των αλπινιστών αναστράφηκε τώρα προς το Δίστρατο. Οι περήφανοι αυτοί άνδρες που μια βδομάδα πριν είχαν εισβάλει με τον αέρα μιας από τις πιο επίλεκτες μονάδες του ιταλικού στρατού, μάχονταν τώρα για τη ζωή τους. Η φάκα είχε κλείσει για καλά κι άφηνε μόνο μια στενή διέξοδο. Την τελευταία. Προς τα δυτικά, προς τον δρόμο της άδοξης επιστροφής. Επί τρεις μέρες, οι αλπινιστές μάχονταν στο Δίστρατο για να οργανώσουν την υποχώρηση. Έπρεπε, ξεκινώντας από κει, να διασχίσουν «την στενήν και άξενον κοιλάδα του Αώου ποταμού», ανάμεσα στον φοβερό ορεινό όγκο του Σμόλικα και το φουσκωμένο ποτάμι. Η μοναδική αυτή διάβαση περνούσε από τα χωριά Άρματα και Ελεύθερο προς Κόνιτσα. Ρακένδυτοι, ταπεινωμένοι, πεινασμένοι οι αλπινιστές πήραν τον δρόμο της επιστροφής. Αυτή τη φορά τα στοιχεία της φύσεως τους σώσανε και ας καταριόταν η ηγεσία τους από την πρώτη μέρα της εισβολής τις κακές καιρικές συνθήκες. Ανάμεσα στα Άρματα και Ελεύθερο στην περιοχή Βρυσοχωρίου τους περίμενε ένα καινούριο Απόσπασμα. Το «Απόσπασμα Αώου». Ένα συγκρότημα που είχε στηθεί εκ των ενόντων από το συμπτυγμένο Τάγμα Προκαλύψεως Κονίτσης και μια από τις ελάχιστες, τότε, «γενικές εφεδρείες» του Στρατηγείου. Το λεγόμενο «απόσπασμα Μετσόβου» (τάγμα συν πυροβολαρχία ορειβατικού) σταλμένο και αυτό εσπευσμένα στη νότια όχθη του Αώου. Αλλά το ποτάμι είχε πλημμυρίσει από τις συνεχείς βροχές. Το «Απόσπασμα Αώου» δεν μπόρεσε να το διαβεί. Και οι αλπινιστές πέρασαν. Ο πλημμυρισμένος Αώος εξουδετέρωσε την τελευταία ελληνική ενέδρα. Φτάνοντας στην Κόνιτσα οι συντετριμμένοι αλπινιστές βρήκαν μια αναπάντεχη βοήθεια. Μια ολόκληρη μεραρχία, την ΜΠΑΡΙ, η οποία αρχικά προοριζόταν για απόβαση στην Κέρκυρα! Όταν η ιταλική ηγεσία συνειδητοποίησε το φιάσκο στην Πίνδο, έστειλε εσπευσμένα τη μεραρχία αυτή, για την ακρίβεια 47η Πεζικού, στην Κόνιτσα για να συγκρατήσει την κατάσταση. Ο πόλεμος θα συνέχιζε αλλά οι Ιταλοί εισβολείς είχαν πλέον ανατραπεί.

Copyright by: Dilaz®

Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΑΒΑΚΗ ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ

Φώτο:
Έλληνες στρατιώτες στα υψώματα τις Πίνδου

Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΑΒΑΚΗ ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ

Κι ενώ στην Ήπειρο τα πάντα κρεμόντουσαν από το Καλπάκι, χαώδης κατάσταση είχε δημιουργηθεί στην Πίνδο. Κι ο εφιάλτης για μια κάθοδο της μεραρχίας «ΤΖΟΥΛΙΑ» ως το Μέτσοβο κρατούσε άγρυπνους τους ελάχιστους ανθρώπους που γνώριζαν ή απλώς μάντευαν τι γινόταν στις χαράδρες του Γράμμου και του Σμόλικα.

Η εποποιία της Πίνδου, όπως την έχουμε βαφτίσει, είχε αρχίσει λίγο μετά τις πέντε το πρωί στις 28ης
Οκτωβρίου. Στον Σταθμό Διοικήσεως του Δαβάκη, στο Επταχώρι, ο διοικητής του ΤΣΔΜ Στρατηγός Πιτσίκας ειδοποιούσε από την Κοζάνη τον Δαβάκη ότι στις 6 το πρωί θ’ άρχιζε η ιταλική επίθεση! Εκεί που βρισκόταν ο Δαβάκης δεν ήταν σε θέση να ξέρει, ότι μερικά συνοριακά φυλάκια είχαν ήδη προσβληθεί από ανυπόμονους αλπινιστές στις 4 το πρωί. Λίγο μετά τις πέντε οι κορφές του Γράμμου και του Σμόλικα φωτίστηκαν σαν από αστραπές. Το βαρύ πυροβολικό που συνόδευε τη μεραρχία «ΤΖΟΥΛΙΑ» είχε αρχίσει το προπαρασκευαστικό «μπαράζ». Αλλά εδώ οι μάχες δεν επρόκειτο να κριθούν με πυροβολικό και άρματα. Εδώ ο αγώνας θα γινόταν σώμα με σώμα. Και το «Απόσπασμα Πίνδου», που όλο-όλο διέθετε με βία τρία τάγματα, δεν είχε προκάλυψη επιβραδυντική άλλη παρά τις μικρές φρουρές των μεθοριακών φυλακίων!

Η ιταλική ορεινή μεραρχία εισέδυσε με πρωτοφανή τόλμη στον ορεινό όγκο της Πίνδου, χρησιμοποιώντας δύο κυρίως συντάγματα. Το 8ο και το 9ο. Το πρώτο από αυτά επετέθη στο βορειότερο άκρο του μετώπου με κατεύθυνση προς Αετομηλίτσα και Λυκορράχη αφ’ ενός και νοτιότερα προς τη Βούρμπιανη. Στην πρώτη κατεύθυνση το ιταλικό σύνταγμα διέθεσε σχετικά περιορισμένες δυνάμεις, αλλά πάντως συντριπτικά υπέρτερες των δικών μας, που έχασαν κάθε επικοινωνία με τον Σταθμό Διοικήσεως στο Επταχώρι. Στην κατεύθυνση Βούρμπιανης και Πυρσόγιαννης προς την οποία στράφηκε ο όγκος του 8ου συντάγματος της ΤΖΟΥΛΙΑ, υπήρχαν μόνο δύο ελληνικοί λόχοι για να το αντιμετωπίσουν. Κράτησαν όσο μπορούσαν κι έπειτα συμπτύχθηκαν. Από τη δύναμη αυτή μια διμοιρία γενναίων υπό τον ανθυπασπιστή Καφαντάρη και τον λοχία Σκυλογιάννη διολίσθησαν προς τα βόρεια και εγκαταστάθηκε στην Κιάφα σε ύψος 2.400 μέτρων υπό συνθήκες πολικού ψύχους.

Στο νότιο άκρο του ορεινού μετώπου προς το οποίο μ’ αιχμή την Κόνιτσα ετοιμαζόταν να επιτεθεί το άλλο σύνταγμα, το 9ο, ολόκληρη την μέρα της 28ης Οκτωβρίου βασίλευε μια ανησυχαστική ηρεμία. Και ξαφνικά στις 5 το απόγευμα μπροστά σε δύο λόχους του Αποσπάσματος Πίνδου, στην περιοχή Μόλιστας και Καστάνιανης, στα βόρεια της Κόνιτσας, ξεφυτρώνει ολόκληρο το 9ο σύνταγμα της ΤΖΟΥΛΙΑ! Οι δύο λόχοι ανατρέπονται κι αυτοί.

Απεγνωσμένα ο Δαβάκης ζητάει ενισχύσεις από το τάγμα Προκαλύψεως της Κόνιτσας, που υπάγεται στην VIII Μεραρχία. Δεν υπάρχει τηλεφωνική επικοινωνία και ο Δαβάκης ζητάει να φύγουν σύνδεσμοι με «κτήνη ιδιωτικά και οδηγούς...» για να ειδοποιήσουν το τάγμα Κονίτσης. Αλλά δεν το βρίσκουν. Ο συνδετικός κρίκος μεταξύ Αποσπάσματος Δαβάκη και VIII Μεραρχίας έχει σπάσει. Η νύχτα της 28ης Οκτωβρίου βρίσκει το Απόσπασμα (σε πλήρη σύμπτυξη, αλλού με τ’ όπλο στο χέρι, αλλού μ’ εκδηλώσεις μεγάλης αταξίας. Για τον Δαβάκη αρχίζει τώρα ο εφιάλτης. Για το Γενικό Στρατηγείο θ’ αρχίσει τις επόμενες τρεις μέρες. Φυγάδες φτάνουν στο Επταχώρι κι ένας διμοιρίτης ανθυπολοχαγός φυλακίζεται με βαριά κατηγορία δειλία ενώπιον του εχθρού. Τον περιμένει το Στρατοδικείο. Τι να κάνουν οι άνδρες της ισχνής αυτής προκαλύψεως; Με την εξαίρεση του Δαβάκη, των ανώτερων επιτελών του και τριών λοχαγών, όλοι οι άλλοι αξιωματικοί και άνδρες βλέπουν για πρώτη φορά πόλεμο. Θα πάρουν το βάπτισμα του πυρός στην Πίνδο. Τις τρεις επόμενες μέρες 29, 30 ακόμα και στις 31 Οκτωβρίου, η ιταλική απειλή στην Πίνδο παίρνει διαστάσεις δραματικές.

Λόχοι και διμοιρίες αποκόπτονται. Ένα όργιο φημών απλώνεται που φέρνει αλπινιστές παντού, ακόμα και κει που δεν έχουν εμφανιστεί. Αλλά το πιο επικίνδυνο από στρατιωτική άποψη είναι, ότι οι διεισδύσεις της ΤΖΟΥΛΙΑ, το επιτελείο της οποίας μοιάζει να έχει μελετήσει όλες τις διαβάσεις, δείχνουν πλέον καθαρά τις απώτερες προθέσεις της μεραρχίας. Στο βόρειο άκρο του μετώπου η επιθετική αιχμή δείχνει προς το Νομό Καστοριάς, προς τον σπουδαίο οδικό κόμβο του Νεστορίου.

Στο κέντρο, ο κύριος όγκος του 8ου συντάγματος διεισδύει ανάμεσα στον Γράμμο και τον Σμόλικα με κατεύθυνση το Κεράσοβο και από κει τη Σαμαρίνα! Στο νότιο άκρο το 9ο σύνταγμα επιχειρεί έναν ιδιοφυή ελιγμό. Αναστρέφεται προς τα ανατολικά και ακολουθώντας τη βόρεια όχθη του Αώου προωθείται ραγδαία προς το Δίστρατο. Αν φτάσει εκεί δεν χρειάζεται παρά να αναστραφεί άλλη μια φορά προς τα νότια. Να πάρει τη Βωβούσα και μ’ ένα ακόμα άλμα το Μέτσοβο!

Μέσα σ’ αυτόν τον κατακλυσμό των τραγικών ειδήσεων ο συνταγματάρχης Δαβάκης διατηρεί την ψυχραιμία του. Παρόλο ότι βλέπει το Απόσπασμά του σχεδόν να διαλύεται, μπαλώνει, και αυτός εκ των ενόντων τα επικίνδυνα σημεία. Στις 29 Οκτωβρίου το πρωί ρίχνει το 3ο τάγμα του, που μόλις την προηγούμενη νύχτα είχε φτάσει στο Επταχώρι, σε αντεπίθεση στο ύψωμα Μούκα, από όπου οι Ιταλοί απειλούν ακόμα και τον Σταθμό Διοικήσεώς του. Προς την κατεύθυνση των αλπινιστών που προωθούνται για τη Σαμαρίνα, ρίχνει και τις τελευταίες εφεδρείες του. Από τις σχεδόν ανύπαρκτες.

Αλλά ο Δαβάκης ξέρει πια, ότι μόνο η έγκαιρη άφιξη ενισχύσεων θ’ αποσοβήσει την κατάρρευση του μετώπου. Κάνει τα πάντα για να εμψυχώσει τους άνδρες του, μεταχειριζόμενος ακόμα και ψέματα. Τους λέει, ότι από στιγμή σε στιγμή φτάνουν 4 τάγματα με πυροβολικό. Τη νύχτα της 29ης προς 30ης Οκτωβρίου και το μεσημέρι της 30ης, συγκλονιστικές στιγμές διαδραματίζονται στην περιοχή του Επταχωρίου. Φορεία με πληγωμένους ή αναίσθητους από το ψύχος ήρωες ροβολούν προς το χωριό. Αλλά απ’ έξω από το Επταχώρι μαζεύονται και άνδρες, που έχουν συρρεύσει από όλα τα σημεία του μετώπου σαστισμένοι και φοβισμένοι. Οι περισσότεροι κρατούν ακόμα τα όπλα τους σαν να θέλουν να δείξουν ότι δεν είναι δειλοί. Καβάλα σ’ ένα μαύρο κέλητα ο Δαβάκης σπεύδει προς το σημείο που συγκεντρώνονται οι «φυγάδες». Τους μιλάει και τους τονώνει το ηθικό όσο μπορεί. Μη φοβάστε..., θα φτάσουν ενισχύσεις. Τούτη τη φορά δεν τους έχει πει ψέματα. Το απομεσήμερο της 30/10/1940 φτάνει στο Επταχώρι η πρώτη μικρή ενίσχυση. Ένα τάγμα πεζικού υπό τον ταγματάρχη Γ. Ποτιστή και, πράγμα πολύ σημαντικό, ένας αξιωματικός σύνδεσμος από το ΤΣΔΜ. Ο ταγματάρχης Ιωάννης Καραβίας, που πολύ αργότερα θα συνδέσει το όνομά του με λαμπρή πολεμική δράση στη Μ. Ανατολή και στην Ιταλία. Ο Δαβάκης καταλαμβάνεται από μια απερίγραπτη ευφορία. Οι ενισχύσεις έφτασαν.

Λέει στον Καραβία ότι ήρθε η στιγμή να αντεπιτεθεί! Μέσα στις τραγικές στιγμές των τριών πρώτων ημερών, ο χαλκέντερος Δαβάκης οραματιζόταν μια μεγάλη αντεπίθεση.

Ο συλλογισμός του ήταν απλός. Οι δύο μεγάλες σφήνες της ΤΖΟΥΛΙΑ προωθούντο προς τη Σαμαρίνα και Δίστρατο, «αυτοκαλυπτόμενες» κατά το αριστερό τους ιδίως πλευρό, όπως λέγεται στη στρατιωτική ορολογία. Εφ’ όσον στο αριστερό τους υπήρχαν ακόμα σαν πυρήνας δυνάμεις του Αποσπάσματος και κατέφθαναν εγκαίρως σημαντικές ενισχύσεις, υπήρχε η δυνατότητα να πλευροκοπηθούν και ενδεχομένως να αποκοπούν τελείως οι φάλαγγες των αλπινιστών. Στις 5 το απόγευμα της 30/10/1940 στη μικρή πλατεία του Επταχωρίου έλαμψαν οι χρυσές επωμίδες. Είχε καταφθάσει ο ίδιος ο στρατηγός Βασίλειος Βραχνός, διοικητής της Ι Μεραρχίας μαζί με το επιτελείο του. Η παρουσία του συμβόλιζε τη μεγάλη κινητοποίηση που είχε διατάξει το Γενικό Στρατηγείο για να φράξει την εισβολή στην Πίνδο. Αλλά ο συμβολισμός ήταν ακόμα συμβολισμός.

Η Ι Μεραρχία βρισκόταν ακόμα «εν κινήσει» και ο εφιάλτης της Πίνδου θα κρατούσε ακόμα τέσσερις ολόκληρες μέρες. Μέχρι και τις 3 Νοεμβρίου. Για την ακρίβεια, την τρίτη μέρα τον πολέμου οι ενισχύσεις που έφτασαν κοντά στον Δαβάκη εκτός από το τάγμα Ποτιστή, ήταν ένα απόσπασμα ιππικού υπό τον ίλαρχο Δ. Γεωργιάδη και μια διλοχία πεζικού υπό τον Βασιλόπουλο, που ακολουθούσε τους ιππείς. Η μικρή αυτή δύναμη είχε ξεκινήσει από τα Γρεβενά και υπό καταρρακτώδη βροχή και με συνεχείς πορείες έφτασε πρώτη στο Επταχώρι. Όταν μετά μερικές μέρες ανακοινώθηκε στην Αθήνα η αντεπίθεση των μεγάλων μονάδων στην Πίνδο, κυκλοφόρησε από μη γνωρίζοντες η φήμη ότι η Πίνδος σώθηκε από τη «Μεραρχία Ιππικού του Βραχνού» που κατάφερε τρόπον τινά, καλπάζοντας να φτάσει πρώτη στα βουνά. Μεραρχία ιππικού υπήρχε όχι υπό τον Βραχνό αλλά υπό τον υποστράτηγο Γ. Στανωτά και πράγματι διατέθηκε στην αντεπίθεση, αλλά λίγο αργότερα.

Αντιζηλίες μεταξύ στρατιωτικών.

Όπως και να έχει το πράγμα στο τέλος της τρίτης μέρας (30/10/1940), από το Απόσπασμα Πίνδου, μισό τάγμα κρατούσε ακόμα στο βόρειο άκρο, το ύψωμα Σούφλικα του Γράμμου προς την κατεύθυνση του Νομού Καστοριάς. Το άλλο μισό είχε συμπτυχθεί «εν διαλύσει» προς το Επταχώρι. Το άλλο τάγμα είχε συμπτυχθεί προς το Βούζιον όρος και την περιοχή Σαμαρίνας. Το τρίτο τάγμα, όπως είδαμε, είχε εισέλθει καθυστερημένα στον αγώνα. Όσον αφορά το τάγμα Κονίτσης, που υπήγετο στην VIII Μεραρχία και έπρεπε να χρησιμεύσει σαν κρίκος με τo Απόσπασμα Πίνδου, έχοντας χάσει επαφή με τον Δαβάκη, αλλά αντιλαμβανόμενο, ότι στο δεξιό του το Απόσπασμα υποχώρησε, κινήθηκε προς τα πίσω και εγκαταστάθηκε στη νότια όχθη του Αώου. Συνεπώς δεν επρόκειτο για ολοσχερή διάλυση του Αποσπάσματος Πίνδου. Όπως και στο μέτωπο της Ηπείρου, οι άνδρες του Δαβάκη στη μεγάλη πλειοψηφία τους πολέμησαν υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες και κάτω από τη συντριπτική υπεροχή μιας ειδικευμένης στον ορεινό πόλεμο εχθρικής μονάδας.

Copyright by: Dilaz®

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2007

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ

Φώτο:
Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης έφιππος


ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΑΒΑΚΗΣ

Γεννήθηκε το 1897 στο μικρό χωριό Κεχριάνικα της Μέσα Μάνης. Ήταν γιος του δασκάλου Δικαίου Ντάβου Δαβάκη. Πήγε στο Δημοτικό σχολείο της Κίττας και το 1906 εισήχθηκε στο Σχολαρχείο Κίττας. Σε ηλικία δέκα ετών του δόθηκε η αφορμή ότι έπρεπε να γίνει αξιωματικός. «...Ο καπετάν Γέρμας (Ανθυπολοχαγός Τσοτάκος) είχε σκοτωθεί στα Μακεδονικά. Ένα μεσημέρι, ο πατέρας μου έφερνε την εφημερίδα στη Ρούγα του χωριού και την εδιάβαζε. Ήμουνα τότε 10 χρονών... Από τότε μου γεννήθηκε η ιδέα να μπω στη Σχολή των Ευελπίδων, να γίνω Αξιωματικός!...»

Τον Σεπτέμβριο του 1913 μπήκε στην Σχολή των Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1916. Έλαβε μέρος στις Μάχες του Σκρά και της Δοϊράνης (Α’ Π.Π. – Μακεδονικό Μέτωπο) όπου προήχθηκε για ανδραγαθεία. Επολέμησε ηρωικά στην Μικρά Ασία και για την γενναιότητα του τιμήθηκε με το χρυσό αριστείο ανδρείας.

Μετεκπαιδεύτηκε τρεις φορές στη Γαλλία με άριστες επιδόσεις. Το 1937 κρίθηκε ως σωματικός ανίκανος και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του συνταγματάρχη, λόγω της υποτροπής παλαιάς ασθένειάς του αναπνευστικού συστήματος, που οφείλετο σε εισπνοή ασφυξιογόνων αερίων στη μάχη της Δοϊράνης.

Το 1940, τρεις μήνες πριν από την εισβολή των Ιταλών ανακλήθηκε (αν και όχι υγιής) στην ενεργό υπηρεσία και ανέλαβε τη διοίκηση του Μεικτού Αποσπάσματος Πίνδου. Κατά την εισβολή των Ιταλών στις 28 Οκτωβρίου 1940 ο Δ. Επικεφαλής του τμήματός του (2.000 άνδρες) αντιμετώπισε ολόκληρη την Ιταλική μεραρχία αλπινιστών «Τζούλια» (15.000 άνδρες). Εφάρμοσε κατά υποδειγματικό τρόπο υποχωρητικό ελιγμό σε ευρύ μέτωπο (30.000 χλμ. σε ευθεία γραμμή) και ορεινό έδαφος, καθυστερώντας τους Ιταλούς μέχρι να φτάσουν ενισχύσεις. Την 1η Νοεμβρίου εξαπολύθηκε ηρωική αντεπίθεση που είχε ως αποτέλεσμα να κυκλωθούν οι Ιταλικές δυνάμεις οι οποίες αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν. Αυτή ήταν η πρώτη ελληνική νίκη, η σημασία της οποίας ήταν μεγάλη για τη νικηφόρα έκβαση του πολέμου, γιατί έδωσε φτερά στα πόδια του Έλληνα στρατιωτικού και στη ψυχή του αγωνιώντας λαού. Στην αντεπίθεση αυτή ο Δ. πολέμησε ηρωικά στη πρώτη γραμμή και τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος στις 2 Νοεμβρίου.

Το Δεκέμβριο του 1942 συνελήφθη από τις ιταλικές αρχές στην Αθήνα, όπου νοσηλευόταν για τα τραύματά του. Πνίγηκε (ήταν 45 ετών) ενώ μεταφερόταν ως όμηρος στην Ιταλία με το πλοίο «Τσιτά ντι Τζένοβα» που τορπιλίσθηκε. Το πτώμα του αναγνωρίσθηκε ανάμεσα στα άλλα θύματα του ναυαγίου και τάφηκε στον Αυλώνα της Αλβανίας.

Ανδριάντας του έχει στηθεί στην ομώνυμη πλατεία της Καλλιθέας στην Αθήνα και τα οστά του έχουν μεταφερθεί στο νεκροταφείο της πόλεως (Καλλιθέας). Τιμήθηκε (Μάρτιος 1948) από την Ακαδημία Αθηνών με το ασημένιο μετάλλιο αυτοθυσίας.

Διατέλεσε καθηγητής στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου και έγραψε δέκα περίπου στρατιωτικά συγγράμματα από τα οποία το κυριότερο είναι το εξής: "Ο πόλεμος του μέλλοντος" (1939).

Επίσης θεωρείται ο εισηγητής της μηχανοκίνησης του ελληνικού στρατού.


Copyright by: Dilaz®